Επιστημονικά Νέα από την ARVO 2018

 

ARVO 2018 

 

Επιστημονικά Νέα από την ARVO 

(Αμερικανικό Συνέδριο για την Ερευνά στην Όραση και Οφθαλμολογία)

 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2018, ΧΟΝΟΛΟΥΛΟΥ, ΧΑΒΑΗ ΗΠΑ

Α) ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ – ΑΝΑΦΟΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ARVO, 30 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018 ΣΤΙΣ ΗΠΑ.

 Η ετήσια συνάντηση του Συνδέσμου για την Έρευνα στην Όραση και Οφθαλμολογία (Association for Research in Vision and Ophthalmology - ARVO) είναι μοναδική στο πεδίο της έρευνας για την οφθαλμολογία. Χιλιάδες ερευνητές από όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν στην συνάντηση αυτή για να πληροφορηθούν τις τελευταίες εξελίξεις και να βοηθήσουν στη μελέτη των αιτιών και θεραπειών των παθήσεων του οφθαλμού. Μοιράζονται ιδέες, οικοδομούν συνεργασίες και επεκτείνουν τη σκέψη τους σε δρόμους που οδηγούν σε νέες ιδέες που στη συνέχεια υλοποιούνται στα εργαστήριά τους και στις κλινικές τους μέχρι την επόμενη ετήσια συνάντηση της ARVΟ, όπου ο κύκλος επαναλαμβάνεται. Η φετινή συνάντηση ήταν ιδιαίτερα συναρπαστική, με μεγάλη πρόοδο να αναφέρεται σχετικά με τις παθήσεις του αμφιβληστροειδούς.

Οι πληροφορίες που ακολουθούν θα δώσουν στον αναγνώστη μια εικόνα για μερικούς νέους τομείς εξελίξεων και ανακαλύψεων, που ήταν τα βασικότερα σημεία της συνάντησης ARVO 2018, από τα βλαστοκύτταρα έως και τις Γονιδιακές και Φαρμακευτικές θεραπείες.

Β) Συνάντηση της Επιστημονικής Ιατρικής Συμβουλευτικής Επιτροπής (SMAB) της διεθνούς ένωσης αμφιβληστροειδούς (Retina International) 30 Απριλίου 2018, ΗΠΑ.

Εισαγωγή

Η κα. C. Fasser, Πρόεδρος της Retina International, καλωσόρισε τους επιστήμονες που συμμετείχαν ως ομιλητές και ως παρατηρητές στην συνάντηση της SMAB, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της ARVO, τονίζοντας το αξιόλογο και σημαντικό έργο που επιτελούν στην κλινική έρευνα και στην αναζήτηση νέων θεραπειών για τις κληρονομικές εκφυλιστικές ασθένειες του αμφιβληστροειδούς.

Τις επιστημονικές εργασίες της συνάντησης συντόνισαν οι καθηγητές, Δρ. Eberhard Zrenner (Γερμανία) Πρόεδρος ,Δρ. Joe Hollyfield, (ΗΠΑ) Αντιπρόεδρος και Γραμματέας ο Δρ. Gerald Chader (ΗΠΑ). Την Retina International εκπροσώπησαν η Πρόεδρος Christina Fasser και το μέλος του Δ.Σ. Avril Daly.

Στην συνάντηση της SMAB του 2018, παρουσίασαν τις επιστημονικές τους εργασίες 20 Ερευνητές, ενώ τις εργασίες της συνάντησης παρακολούθησαν περίπου 60 Ερευνητές, Βιολόγοι, Οφθαλμίατροι, Γενετιστές κλπ. ως εκπρόσωποι συλλόγων ασθενών και Ερευνητικών Κέντρων από 30 χώρες.

Α. ΗΛΙΚΙΑΚΗ ΕΚΦΥΛΙΣΗ ΩΧΡΑΣ ΚΗΛΙΔΟΣ

1) Κλινική δοκιμή για την νόσο της Γεωγραφικής Ατροφίας χρησιμοποιώντας APL-2, ένα συμπλήρωμα ανασταλτικού παράγοντα. (SMAB 2018)

Dr. Ramiro Ribeiro - Apellis Pharmaceuticals, Waltham, ΜΑ, ΗΠΑ

Apellis, είναι μια εταιρεία επικεντρωμένη σε συστήματα συμπληρωμάτων, ιδιαίτερα στο συμπλήρωμα αναστολέα C3.

Το κορυφαίο υποψήφιο φάρμακο στην κατηγορία αυτή, είναι το APL-2, το οποίο έχει διερευνηθεί σε συνθήκες μεσολάβησης μέσω του αναστολέα C3, όπως οι παθήσεις της παροξυσμικής αιμοσφαιρινουρίας και της γεωγραφικής ατροφίας.

Η Filly, φάση 2 της κλινικής δοκιμασίας ήταν μια πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, τυφλή υπό-ελεγχόμενη μελέτη που έγινε σε 246 ασθενείς προκειμένου να αξιολογηθεί η ασφάλεια, η ανεκτικότητα και η αποτελεσματικότητα του σκευάσματος APL-2, σε άτομα που έπασχαν από γεωγραφική ατροφία (GA), συσχετιζόμενη με την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (AMD).Το συμπλήρωμα APL-2, χορηγήθηκε είτε μηνιαία ή κάθε δεύτερο μήνα, μέσω ενδουαλοειδικής έγχυσης για 12 μήνες, ακολουθούμενη από έξι μήνες παρακολούθησης της ασφάλειας, χωρίς λήψη άλλης φαρμακευτικής αγωγής. Το κύριο καταληκτικό σημείο ήταν η μέτρηση των αλλοιώσεων των βλαβών που αναπτύχθηκαν σε ασθενείς με GA, με χρήση αυτοφθορίζουσας φλουροαγγειογραφίας σε διαφορετικά χρονικά σημεία. Στις περιπτώσεις όπου έγινε μηνιαία χορήγηση του APL-2, έδειξε μείωση κατά 29% (p=0.008) στον ρυθμό αύξησης των βλαβών της νόσου GA, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Στην περίπτωση που γινόταν χορήγηση κάθε 2 μήνες, η έρευνα έδειξε μείωση κατά 20% (p = 0,067) αντίστοιχα. Ένα πιο εμφανές εύρημα ήταν η έκδηλη διαφορά μεταξύ των αποτελεσμάτων της θεραπείας στους 6 και στους 12 μήνες. Κατά την διάρκεια των 6 μηνών που ολοκληρώθηκε η χορήγηση της θεραπείας ο ρυθμός ανάπτυξης των βλαβών της GA μεταξύ των ομάδων ήταν παρόμοιος. Οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες, σχετίζονταν με τη διαδικασία της χορήγησης του φαρμάκου με ένεση. Τα άτομα τα οποία δεχόταν την θεραπεία APL-2, βρισκόταν σε υψηλότερο κίνδυνο για μετατροπή της GA σε νεοαγγειακή AMD.

2) Brolucizumab: Ένας νέος αντιαγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας για τη θεραπεία της Νεοαγγειακής Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας (nAMD) (SMAB 2018).

Δρ. GlennJ. Jaffe - Πανεπιστήμιο Duke, Durham, NC, ΗΠA.

Η υγρή μορφή Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας, που ονομάζεται νεοαγγειακή AMD (nAMD) είναι μια χρόνια, προοδευτικά εξελισσόμενη ασθένεια και μια κύρια αιτία απώλειας της όρασης σε άτομα άνω των 55 ετών. Επί του παρόντος, διενεργούνται ενδοφθάλμιες ενέσεις φαρμάκου με τη χρήση με χρήση πρωτεΐνων που ονομάζεται αγγειακοί ενδοθηλιακοί αυξητικοί παράγοντες (VEGF), οι οποίοι χορηγούνται συνήθως κάθε ένα-δύο μήνες, είναι η πρόσφατα εγκεκριμένη από το FDA θεραπεία για αυτή τη μορφή της AMD (εγκεκριμένες και για την Ευρώπη). Αυτές οι θεραπείες έχουν προσδώσει πολύ σημαντικά αποτελέσματα στους ασθενείς. Ωστόσο, αυτές οι θεραπείες απαιτούν συχνές επισκέψεις σε κλινικές και σε συνδυασμό με την αναμενόμενη αυξημένη επικράτηση της AMD και το υψηλό κόστος θεραπείας, παρουσιάζουν ένα σενάριο που δεν είναι βιώσιμο. Μεταξύ των παραγόντων που οδηγούν στην μη υλοποίηση της θεραπείας, συμπεριλαμβάνονται το κόστος και η διαδικασία του ταξιδιού για το ραντεβού της θεραπείας, η δυσαρέσκεια των ασθενών και το βάρος των συχνών επισκέψεων.

Το γεγονός αυτό μπορεί να συμβάλλει στην υποβάθμιση των αποτελεσμάτων της θεραπείας στην όραση. Πραγματικές μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες χώρες αποκάλυψαν συσχέτιση χαμηλότερης συχνότητας στην θεραπεία (λιγότερες επισκέψεις) και φτωχότερων  αποτελεσμάτων στην όραση όταν συγκρινόταν τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών. Μία συνεχιζόμενη πρόκληση είναι να διατηρηθεί η nAMD. Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας για τη nAMD, μειώνοντας ταυτόχρονα τις κλινικές επισκέψεις. Ένας νέος παράγοντας (αντί-αγγειογενετικός), ο brolucizumab, έχει αναπτυχθεί ώστε να έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την διάρκεια της δραστικότητας του φαρμάκου και έτσι θα μπορούσε να μειώσει το βάρος της θεραπείας στους ασθενείς με nAMD. Δύο τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές που βρίσκονται στην φάση 3, που ονομάστηκαν HAWK και HARRIER, διεξήχθησαν στο κλινικό πεδίο σε όλο τον κόσμο και ολοκληρώθηκαν πρόσφατα. Αυτές οι δοκιμές  αξιολόγησαν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του brolucizumab για τη θεραπεία του nAMD.

Εκτός από το νέο φάρμακο που δοκιμάστηκε, το brolucizumab, ο σχεδιασμός της μελέτης ήταν μοναδικός, δεδομένου ότι έδωσε στους ερευνητές την ευκαιρία να δοκιμάσουν αν η ένεση που χορηγείται κάθε τρίμηνο, θα ήταν αποτελεσματική για έναν συγκεκριμένο ασθενή ή αν ο ασθενής θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με συχνότερη θεραπεία. Τα βασικά ευρήματα ήταν ότι ο broluziumab ήταν εξίσου αποτελεσματικός με τα πρότυπα θεραπείας που εγκρίθηκαν από το FDA, για να διατηρηθεί η οπτική οξύτητα των ασθενών.

Επιπλέον, περισσότερο από τους μισούς ασθενείς θα μπορούσαν να υποβληθούν σε θεραπεία κάθε τρεις μήνες και ο θεράπων ιατρός θα μπορούσε να προβλέψει με βεβαιότητα πάνω από 80%, ποιοι ασθενείς θα μπορούσαν να ακολουθούν την τρίμηνη θεραπεία για τουλάχιστον δύο χρόνια, βασιζόμενοι στην ανταπόκρισή του ασθενή στην θεραπεία εντός των πρώτων τεσσάρων μηνών μετά την πρώτη χορήγηση του φαρμάκου. Τέλος, το προφίλ ασφάλειας ήταν παρόμοιο με αυτό της εγκεκριμένης θεραπείας από το FDA.

Τα δεδομένα από αυτές τις κλινικές δοκιμές δείχνουν ότι το brolucizumab, ένα καινούργιο μόριο είναι αποτελεσματικό στην θεραπεία της nAMD με παρατεταμένη διάρκεια θεραπείας σε ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών με αυτή τη νόσο. Αυτά τα αποτελέσματα προσφέρουν ελπίδα ότι αυτή η θεραπεία μπορεί να μειώσει τα δυσάρεστα βάρη που προκαλεί συνήθως η όποια θεραπεία στους ασθενείς με nAMD και θα μπορούσαν να οδηγούν σε καλύτερη συμμόρφωση των ασθενών, με βελτιωμένα αποτελέσματα και μείωση δαπανών εξοικονομώντας πολύτιμους πόρους για την υγεία.

Β. ΤΕΧΝΗΤΗ ΟΡΑΣΗ

3. α) Πρόσφατες εξελίξεις στην Τεχνητή Όραση. (SMAB 2017)

Δρ. EberhartZrenner - Τμήμα Οφθαλμολογίας, Πανεπιστήμιο Tuebingen, Tuebingen, Γερμανία.

Περίληψη της ομιλίας του Δρ Ζρενέρ δεν είναι διαθέσιμη. Τα παρακάτω στοιχεία έχουν ληφθεί από σχετικούς ιστότοπους και από νέες επιστημονικές δημοσιεύσεις. Οι πληροφορίες οριοθετούνται στην πρόοδο σχετικά με τη χρήση των δύο εμπορικά διαθέσιμων εμφυτευμάτων αμφιβληστροειδούς.

Αμφιβληστροειδικό Εμφύτευμα:

Το σύστημα Alpha AMS είναι μια σχετικά νέα συσκευή που αποτελεί αναβάθμιση του αρχικού Alpha IMS που έχει κατατεθεί στην Ευρώπη το 2013. Το σύστημα διαθέτει 1600 pixels (κηλίδες φωτός) που είναι 100 παραπάνω από το μοντέλο Alpha IMS. Αυτό παρέχει στους ασθενείς βελτιωμένη οπτική διαύγεια. Δεν υπάρχει εξωτερική κάμερα έτσι ώστε η όραση να είναι πιο φυσική από ό, τι στα συστήματα που προσλαμβάνουν το οπτικό πεδίο χρησιμοποιώντας κάμερες. Επίσης, ο ασθενής κοιτάζει με τα μάτια αντί να χρειάζεται να γυρίσει ολόκληρο το κεφάλι για να αλλάξει οπτική γωνία.

Το σύστημα αποτελείται από τρία συστατικά: 1) το εμφύτευμα 2) έναν δέκτη και 3) μια μονάδα ελέγχου. Το εμφύτευμα Alpha AMS τοποθετείται χειρουργικά κάτω από τον αμφιβληστροειδή έτσι ώστε η λειτουργία των εκφυλισμένων αμφιβληστροειδικών φωτοϋποδοχέων να μπορεί να αντικατασταθεί. Ο εξωτερικός δέκτης περιέχει πηγή ενέργειας σε ένα  κεραμικό πηνίο εμφυτευμένο πίσω από το αυτί κάτω από το δέρμα. Η μονάδα ελέγχου είναι ουσιαστικά ένας αναμεταδότης που στέλνει ενέργεια από τη χειροκίνητη συσκευή στο εμφυτευμένο πηνίο. Μέσω αυτού, ο ασθενής μπορεί να ρυθμίσει τη φωτεινότητα και την αντίθεση του σήματος. Το σύστημα έχει εγκριθεί για εμφύτευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ιατρικά Προϊόντα της Εταιρίας SecondSight :

Το σύστημα ARGUS II λειτουργεί με τη μετατροπή εικόνων που έχουν ληφθεί από μια μικροσκοπική βιντεοκάμερα τοποθετημένη στα γυαλιά του ασθενούς σε μια σειρά μικρών ηλεκτρικών παλμών, οι οποίοι μεταδίδονται ασύρματα σε μια ομάδα ηλεκτροδίων που ονομάζεται «συστοιχία» και εμφυτεύονται στην επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς. Αυτοί οι παλμοί (δονήσεις) διεγείρουν τα υπόλοιπα κύτταρα του αμφιβληστροειδούς με αποτέλεσμα την βελτίωση πρόσληψης του φωτός στον εγκέφαλο των ασθενών. Ο ασθενής μαθαίνει πώς να ερμηνεύει αυτά τα οπτικά μοτίβα, έχοντας έτσι τη δυνατότητα να ανακτήσει κάποια οπτική λειτουργία.  Διάρκειας 5 ετών σχετικά με την ασφάλεια και την απόδοση για την κλινική δοκιμή ARGUS II έχουν πλέον δημοσιευθεί (Ophthmology τόμος 123, σελ.2248, Οκτώβριος 2016). Τα αποτελέσματα υποστηρίζουν το μακροχρόνιο προφίλ ασφάλειας και της ωφέλειας του συστήματος για τυφλούς ασθενείς που πάσχουν από την νόσο ΜΑ.

Το ARGUS II είναι ένα πρώτο σύστημα τεχνητού αμφιβληστροειδή που λαμβάνει έγκριση για εμφύτευση τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει πάνω από 200 εμφυτεύσεις του συστήματος ARGUS II. Για παράδειγμα, ο Δρ Stanislao Rizzo στην Ιταλία έχει πλέον ολοκληρώσει περισσότερες από 30 εμφυτεύσεις. Τον Απρίλιο, η εταιρία SSMP ανακοίνωσε την πρώτη εμφύτευσή του ARGUS II στην Ασία, η οποία ολοκληρώθηκε από τον Dr. Hwang Y.-S. Στην Ταϊβάν.

3. β) Σύγχρονες εξελίξεις στην Τεχνητή Όραση (smab 2018)

Δρ. EberhartZrenner - Τμήμα Οφθαλμολογίας, Πανεπιστήμιο Tuebingen, Tuebingen, Γερμανία.

Το ακόλουθο κείμενο περιορίζεται στην πρόοδο της ανάπτυξης και της χρήσης των δύο ηλεκτρονικών συσκευών που είναι τώρα διαθέσιμα στο εμπόριο. Πολλές άλλες προσθετικές συσκευές βρίσκονται σήμερα σε διαφορετικά στάδια κατασκευής ή δοκιμής/ελέγχου σε διάφορες χώρες παγκοσμίως και διεξοδικά ανασκοπούνται από τον Καθηγητή Cheng και άλλους, (περιοδικό Current Eye Research 42, 334-347. Research 42, 334-347. 2017.2017) .

Συσκευή Alpha AMS της εταιρίας RetinaImplant.

Ενδιάμεσα αποτελέσματα από μια πολυκεντρική κλινική δοκιμή που χρησιμοποιεί μια νέα συσκευή την Alpha AMS της εταιρίας Retina Implant AG, δημοσιεύθηκαν από τον Stingl κ.α. (περιοδικό Neurosci 11, 445, 2017). Η συσκευή Alpha AMS είναι μια βελτιωμένη έκδοση του προηγούμενου εξελιγμένου Alpha AMS μοντέλου συσκευής. Δεκαπέντε τυφλοί ασθενείς με κληρονομικές εκφυλίσεις του αμφιβληστροειδούς, συμμετείχαν στη μελέτη. Η περίοδος παρακολούθησης ήταν 12 μήνες.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης, η πρόσληψη φωτός δια μέσου της εμφυτευμένης συσκευής παρατηρήθηκε σε 13 από τους 15 ασθενείς, καθώς και η οπτικοποίηση οπτικών στόχων, π.χ. τραπεζομάντηλα και μαχαιροπίρουνα.

Δύο ασθενείς ήταν σε θέση να διακρίνουν τους δακτύλιους - μέχρι 20/1111 και 20/546. Πολλοί ασθενείς ανέφεραν αυθόρμητα ότι αντιλαμβάνονται κινούμενα αντικείμενα όπως φώτα αυτοκινήτων, ζώα ή άτομα. Η πλειοψηφία των ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν παροδική και είχαν ήπια έως μέτρια επίδραση.

Οι συγγραφείς καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «τα ψυχοφυσιολογικά και υποκειμενικά δεδομένα δείχνουν ότι η συσκευή Alpha AMS Retina Implant, είναι αξιόπιστή, με καλή ανεκτικότητα και μπορεί να αποκαταστήσει σε περιορισμένο βαθμό την οπτική λειτουργία σε τυφλούς ασθενείς με εκφυλιστικές παθήσεις του αμφιβληστροειδούς.

Σε σύγκριση με το προηγούμενο εμφύτευμα, η συσκευή Alpha AMS, βελτιώθηκε σημαντικά. Έχει πιστοποιηθεί ως "εμπορικά διαθέσιμη συσκευή που καλύπτεται στη Γερμανία από το σύστημα δημόσιας υγείας".

Μια πολύ πρόσφατη δημοσίευση απο τον Edwards κ.α., (περιοδικό Ophthalmology 125: 432-443, 2018) αξιολογεί τη συσκευή Alpha AMS ότι αποκαθιστά την όραση σε τυφλούς ασθενείς, οι οποίοι βρίσκονται στα τελικά στάδια της Μελαγχρωστικής Αμφιβληστροειδοπάθειας. Έξι ασθενείς δέχθηκαν εμφύτευμα της συσκευής και δοκιμάστηκαν έως και 12 μήνες. Η αντίληψη φωτός επιτεύχθηκε σε όλους τους συμμετέχοντες όταν η συσκευή λειτουργούσε (ήταν ανοιχτή). Οι εκτιμώμενες ανιχνεύσεις ρωγμών (οι οποίες ήταν σε τυχαίο επίπεδο) με το εμφύτευμα κλειστό) καταγράφηκαν σε 5 συμμετέχοντες, και κυμαίνονταν από 0,1 έως 3,33 κύκλους/βαθμό.

Η συσκευή ήταν επιτυχής στη βελτίωση της οπτικής απόδοσης σε 5 από τους 6 ασθενείς με συνεχιζόμενη λειτουργία έως και 24 μήνες. Οι ασθενείς ανέφεραν ότι ήταν ικανοί να εντοπίσουν ή να δουν μπάλες σε τραπέζι μπιλιάρδου, περιγράμματα παραθύρων και θυρών, μεταλλικές συσκευές κουζίνας (π.χ. βραστήρα και τοστιέρα), μαύρα και λευκά κουμπιά σε πλυντήριο, το περίγραμμα ενός βουνού έχοντας μπροστά τους τον ήλιο, ένα αυτοκίνητο που περνάει, τα λαμπάκια των Χριστουγέννων και τις κορυφές των κτιρίων.

ArgusII και Orion

Το προσθετικό σύστημα Argus II από την εταιρία Second Sight Medical Products (SSMP) χρησιμοποιεί μια εξωτερική κάμερα για τη μετάδοση οπτικών πληροφοριών σε ένα ενδιάμεσο επεξεργαστή και τελικά σε ένα εμφύτευμα τοποθετημένο στην πρόσθια επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς. Αυτή η τοποθέτηση κοντά στα γαγγλιακά κύτταρα παρακάμπτει το μεγαλύτερο μέρος των κυττάρων του κατεστραμμένου αμφιβληστροειδούς ενεργοποιώντας και αξιοποιώντας τις διεργασίες των γαγγλίων, που περνούν τα οπτικά σήματα στον εγκέφαλο.

Οι κλινικές δοκιμές που χρησιμοποίησαν το Argus II ήταν επιτυχείς και η συσκευή έχει εμφυτευθεί εκατοντάδες φορές σε ασθενείς σε όλο τον κόσμο, που βρίσκονται σε διαφορετικές κλινικές εγκαταστάσεις.

Πρόοδος στο σχεδιασμό της συσκευής  εξακολουθεί να γίνεται. Οι ερευνητές Caspi κ.α. (περιοδικό Ophthalmol Vis Sci 59, 792, 2018) δοκιμάζουν ένα μοντέλο «οφθαλμού παρακολούθησης», για να διαπιστώσουν εάν η χρήση της κίνησης των ματιών, μειώνει τις κινήσεις της κεφαλής και αυξάνει την οπτική σταθερότητα.

Αυτοί διαπίστωσαν ότι ΄η ενσωμάτωση ένα μοντέλο οφθαλμού παρακολούθησης μέσα στο σύστημα του Argus II είναι εφικτή και μειώνει τις κινήσεις κεφαλής και βελτιώνει την ακρίβεια των σημείων που οπτικά εντοπίζονται’’.

Βελτιώσεις έχουν επίσης γίνει σε χειρουργικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται για την τοποθέτηση του εμφυτεύματος πάνω στην επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς. Μια διαδικασία ενδοφθάλμιας τοποθέτησης φύλλων/φλοιών έχει περιγραφεί από τους Finn και Vaizovic (περιοδικό Ophthalmic Surg Lasers Imaging Retina 49,132, 2018) που φαίνεται να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για την "ενίσχυση των χειρουργών αμφιβληστροειδούς για μια επιτυχημένη και εύκολη τοποθέτηση των συστοιχιών  των ηλεκτροδίων" στην επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς.

Η εταιρία SSMP ανακοίνωσε επίσης την ανάπτυξη ενός προσθετικού συστήματος στον οπτικό φλοιό «Orion», το οποίο εμφυτεύεται το οποίο εμφυτεύεται απευθείας στον εγκέφαλο. Οπτικές πληροφορίες λαμβάνονται από μια φορητή βιντεοκάμερα όπως και με τη συσκευή Argus II. Η συσκευή θα μπορούσε θεωρητικά να παρακάμψει πλήρως το μάτι και να θεραπεύσει σχεδόν όλες τις μορφές οφθαλμικής τύφλωσης.

Γ. ΚΥΤΤΑΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ.

4.α) Η Χρήση Βλαστοκυττάρων για την θεραπεία της Μελαγχρωστικής Αμφιβληβληστροειδοπάθειας (SMAB 2016) Δρ HenryKlassen, UCIrvine, Καλιφόρνια ΗΠΑ

Εκτεταμένες εργαστηριακές μελέτες έχουν σε προηγούμενες  περιόδους πραγματοποιηθεί σε σχέση με την απομόνωση των αρχέγονων αμφιβληστροειδικών κυττάρων (RPCs) και της επακόλουθης μεταμόσχευσης αυτών στον αμφιβληστροειδή χιτώνα σε πειραματόζωα που έπασχαν από εκφυλιστικές παθήσεις του αμφιβληστροειδούς. Αυτές οι μελέτες έχουν αποκαλύψει την θεραπευτική δυναμική αυτής της προσέγγισης – μεθόδου, στον καθορισμό της έκβασης των παθήσεων του αμφιβληστροειδή που οδηγούν σε απώλεια όρασης - τύφλωση. Ο ένας μηχανισμός δράσης περιλαμβάνει την αντικατάσταση των φωτοϋποδοχέων κυττάρων, ενώ ο  άλλος περιλαμβάνει την διατήρηση των νευροτροφικών παραγόντων στην επανενεργοποίηση των φωτοϋποδοχέων που δέχονται την μεταμόσχευση . Πρόσφατα, οι επιστήμονες έχουν επικεντρωθεί στην τελευταία αυτή προσέγγιση ώστε  να επεκταθούν αυτές οι κλινικές εργασίες  για την παραγωγή των ανθρώπινων κυττάρων RPCs κάτω από προϋποθέσεις συμβατότητας GMP και επίσημη έγκριση IND- για την διενέργεια προκλινικών μελετών . Με την έγκριση επιτροπής IND του FDA των ΗΠΑ, ξεκίνησε μια κλινική δοκιμή Φάσης 1/2 ανοιχτής ένδειξης για την ασφάλεια της μεθόδου, της ενδοϋαλόειδικής έγχυσης RPCs κυττάρων σε ασθενείς με μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια. Αυτή η δοκιμή περιλαμβάνει 2 ομάδες ασθενών βάσει της εναπομένουσας- υπολειπόμενης οπτικής λειτουργίας, καθώς και με μία κλιμακούμενη χορήγησης δόσης του στοιχείου. Η μελέτη βρίσκεται σε εξέλιξη. Συνολικά 19 ασθενείς έχουν εγγραφεί ως της 18ης Απριλίου, το 2016, συμπεριλαμβάνοντας 4 επίπεδα δόσης. Δεν έχουν αναφερθεί μέχρι σήμερα σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Η αρχική κλινική εμπειρία υποστηρίζει την ασφάλεια της προσέγγισης σε ασθενείς με προχωρημένο στάδιο RP (ΜΑ).

4. β) Κλινικές δοκιμές της εταιρίας ReNeuron για μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια. (SMAB 2017).

Δρ EricPierce, Ινστιτούτο Όρασης και Ακοής της Μασαχουσέτη, Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, Βοστόνη, ΗΠΑ.

Η εταιρία ReNeuron διεξάγει μια κλινική δοκιμή για να ελέγξει την ανεκτικότητα και την ασφάλειας των προγονικών κυττάρων ανθρώπινου αμφιβληστροειδούς ((hRPCs) σε ασθενείς με μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια. Αυτή είναι η κλινική δοκιμή με αριθμό NCT0264436. Αυτή είναι η πρώτη κλιμακούμενης δοσολογίας μελέτη σε ανθρώπους, στην οποία οι συμμετέχοντες με προχωρημένη ΜΑ, λαμβάνουν μία  εφάπαξ υπαμφιβληστροειδική ένεση κυττάρων hRPC σε έναν οφθαλμό για να αξιολογηθεί η ασφάλεια και η ανεκτικότητα . Αυτή η κλινική δοκιμή είναι σε εξέλιξη.

4. γ) Θεραπεία με χρήση αμφιβληστροειδικών προγεννητικών κυττάρων για την Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια (Μ.Α.): Κλινική δοκιμή φάσης Ι και ΙΙ. (SMAB 2018)

Δρ. Henry Klassen - Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Irvine, Irvine CA ΗΠΑ.

Διεξήχθησαν εκτενείς εργαστηριακές μελέτες σε σχέση με την απομόνωση των αμφιβληστροειδικών προγονικών κυττάρων (RPCs) και την επακόλουθη μεταμόσχευση αυτών σε αμφιβληστροειδείς των δοτών ζώων που έπασχαν από εκφυλισμό του αμφιβληστροειδούς. Αυτές οι μελέτες έχουν αποκαλύψει τη θεραπευτική δυναμική αυτής της προσέγγισης στο πλαίσιο μιας διαφορετικής διαδικασίας για την αντιμετώπιση των ανίατων παθήσεων που οδηγούν στην τύφλωση. Ένας μηχανισμός δράσης, συνίσταται στην αντικατάσταση των φωτοϋποδοχέων κυττάρων, ενώ ένας άλλος περιλαμβάνει την συντήρηση των νευροτροφικών παραγόντων ή την επανενεργοποίηση των ξένων φωτοϋποδοχέων κυττάρων. Οι ερευνητές έχουν επικεντρωθεί σε αυτή την τελευταία προσέγγιση και ανέλαβαν την κατασκευή ανθρώπινων RPC κυττάρων κάτω από συμβατές συνθήκες, μαζί με την τυπική IND- επιτρέποντας προκλινικές μελέτες. Μια ανοιχτή μελέτη ασφάλειας φάσης 1/2α για τα ενδοϋαλoειδικά RPCs κύτταρα σε 28 ασθενείς με Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια ξεκίνησε το 2015 και ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2017.

Τα δεδομένα έδειξαν ευνοϊκό προφίλ ασφαλείας και συμπεριλήφθηκαν αναφορές για τα οπτικά οφέλη από τους ασθενείς. Η δοκιμασία BCVA έδειξε στατιστικά σημαντική βελτίωση για τους θεραπευμένους οφθαλμούς έναντι των μη θεραπευμένων οφθαλμών, με ενδείξεις συσχέτισης. Ως προς την ανταπόκριση της δόσης. Μια ελεγχόμενη κλινική δοκιμή απόδειξη που βρίσκεται στη φάση 2β,. βρίσκεται σε εξέλιξη για να διερευνηθούν αυτά τα πρώιμα ευρήματα.

5. α) Θεραπεία με βλαστοκύτταρα, στην Υγρού τύπου Ηλικιακή Εκφύλιση της Ωχράς Κηλίδος : Πρόσφατα δεδομένα κλινικής δοκιμής (SMAB 2017)

Ο Δρ Masayo Takahashi MD, PhD - CDB, RIKEN, Ιαπωνία.

Τα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα (iPS) είναι ένας τύπος βλαστοκυττάρων, που μπορούν να παραχθούν απ 'ευθείας από ενήλικα κύτταρα. Με τον τρόπο αυτό, ώριμα κύτταρα μπορούν να επαναπρογραμματιστούν για να γίνουν πολυδύναμα κύτταρα που μπορούν να οδηγήσουν σε όλους τους κυτταρικούς τύπους που συνθέτουν το σώμα όπως κύτταρα του μελάγχρώου επιθηλίου του αμφιβληστροειδή (RPE).

Σε αυτή την κλινική δοκιμή, ένα αυτόλογο iPSC προερχόμενο από την στοιβάδα RPE, επιτυχώς μεταμοσχεύτηκε. Το κύριο καταληκτικό σημείο της ασφάλειας της μεθόδου επιτεύχθηκε ένα έτος μετά την επέμβαση στον πρώτο ασθενή ο οποίος έλαβε την στοιβάδα των αυτόλογων iPS-RPE, με μεταμόσχευση ο οποίος έπασχε από υγρού τύπου Ηλικιακή Εκφύλιση της Ωχράς Κηλίδος. H οπτική οξύτητα της ασθενούς εξακολουθεί να είναι σταθερή, χωρίς χορήγηση αντι-VEGF ενέσεων ή ανοσολογική καταστολή.

Η HLA 6 loci ομόζυγη iPS κυτταρική σειρά καθορίστηκε ότι καλύπτει το 17% του ιαπωνικού πληθυσμού. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα MHC-DR- συνταιριασμένα iPS-RPE κύτταρα δεν προκαλούσαν καμία ανοσολογική απόρριψη σε πειράματα με ζώα. Οι επιστήμονες ετοιμάζουν τώρα να εκτελέσουν μια κλινική έρευνα για αλλογενή μεταμόσχευση iPS-RPE και να αξιολογήσουν την ανοσολογική αντίδραση στις HLA-συνταιριασμένα ή τα δύσκολο να συνταιριαστούν iPS-RPE κύτταρα.

5. β) Κλινική μελέτη Φάσης 1 σχετικά με την τοποθέτηση νησίδων/φλοιών στο μελαγχρούν επιθήλιο εμβρυϊκών βλαστοκυττάρων σε ασθενείς που πάσχουν από Ηλικιακή Εκφύλιση της Ωχράς Κηλίδας (AMD). (SMAB 2018)

Dr.Δρ.PeterCoffey, MoorefieldsEyeHospital, Λονδίνο.

(Το ακόλουθο κείμενο προέρχεται από σημειώσεις που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της ομιλίας του Dr. Coffey και από πληροφορίες δημοσιευμένες στο περιοδικό Nature Biotechnology 36: 328-37, 2018).

Ο Δρ. Coffey και η ομάδα του έχουν σχεδιάσει και κατασκευάσει ένα μικρό φλοιώδες εμφύτευμα που αποτελείται από μια επικαλυμμένη συνθετική βασική μεμβράνη στην οποία είναι προσαρτημένα ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα (hESC) τα οποία  διαφοροποιούνται στα κύτταρα του μελάγχρουν επιθηλίου του αμφιβληστροειδούς.

Για αυτή την κλινική δοκιμή, αυτό το φλοιώδες επίθεμα εμφυτεύθηκε σε χώρο υπό του αμφιβληστροειδούς σε έναν οφθαλμό σε κάθε έναν από 2 ασθενείς με σοβαρή, εξιδρωματική AMD. Τα βασικά καταληκτικά σημεία είναι 1) η ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της επίπτωσης και της σοβαρότητας του και 2) η βελτίωση της οπτικής οξύτητας με καλύτερη διόρθωση με 15 γράμματα ή περισσότερα. Η τοπική ανοσοκαταστολή χρησιμοποιήθηκε μακροπρόθεσμα.

Σε μια περίοδο 12 μηνών, υπήρξε επιτυχής διοχέτευση και επιβίωση των κυττάρων του RPE φλοιώδες επίθεμα όπως εκτιμήθηκε με βιομικροσκοπικές μεθόδους και Οπτική Τομογραφία Συνοχής (OCT). Λειτουργικά, παρατηρήθηκε αύξηση της οπτικής οξύτητας των 29 γραμμάτων στον πρώτο ασθενή και 21 γράμματα στον δεύτερο ασθενή .Η μελέτες για την χειρουργική ασφάλεια, την ασφάλεια των κυττάρων και της ασφάλειας ως προς την εμφάνιση όγκων, υποστηρίζουν την απόφαση να προχωρήσουν οι ερευνητές στη δοκιμή και τη χρήση της μεταμόσχευσης του hESC-RPE φλοιώδους επιθέματος, ως "στρατηγική αναγέννηση για την AMD".

Μια πιο εμπεριστατωμένη επισκόπηση δημοσιεύθηκε από τον Dr. Coffee και συνεργάτες του στο περιοδικό ProgressinBrainResearch 231:225-44, 2017. Αρχικώς, μελέτες ελέγχου, έδειξαν ότι η χρήση των βλαστικών κυττάρων για την αντικατάσταση των εκφυλισμένων κυττάρων του RPE σε ασθενείς με AMD, είναι εφικτή. Επίσης, υπάρχουν ρυθμιστικές και κατασκευαστικές προκλήσεις που θεωρούνται ότι μπορεί να οδηγήσουν σε μία πιθανή θεραπεία, ξεκινώντας από το εργαστήριο και καταλήγοντας σε κλινικές δοκιμές.

Δ. ΓΟΝΙΔΙΑΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ

6. α) Κλινική Δοκιμή γονιδιακής θεραπείας για την Φυλοσύνδετη Ρετινόσχιση. ( SMAB 2017)

Η Dr. Catherine Cukras (παρουσίαση της Dr. Lisa Wei) - Εθνικό Ινστιτούτο Οφθαλμού, Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας, Bethesda, ΗΠΑ

Ο Φυλοσύνδετος Τύπος Ρετινόσχισης (XLRS) είναι ένα μονογονικό χαρακτηριστικό που προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο RS1 που κωδικοποιεί μία εκκρίνουσα πρωτεΐνη 224 αμινοξέων που ονομάζεται Retinoschisin. Ο κλινικός φαινότυπος του XLRS είναι αρκετά ευρύς κατά τη στιγμή της κλινικής έναρξης ή πιο συγκεκριμένα, εμφανίζεται με ευαισθησία στο συμπαθητικό σύστημα, προσβάλλοντας νεαρά αγόρια ή τους γονείς τους και επεκτείνεται σε παθολογία που προσβάλει περιφερικά τον αμφιβληστροειδή. Η κεντρική μείωση της οπτικής οξύτητας με την παράλληλη παρουσία πλέγματος κοιλοτήτων με σχισμές και η παθογένεια των πυρηνικών στιβάδων του αμφιβληστροειδούς, όπως φαίνεται από την απεικόνιση OCT, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της νόσου XLRS. Συγχρόνως, παρατηρείται μείωση στο εύρος των κυμάτων (B / a), στο ERG (ΗΑΓ) ένα άλλο κλινικό χαρακτηριστικό του XLRS.

Αργή εξέλιξη της νόσου συμβαίνει και μπορεί να συνεχίσει στην 5η  και 6η δεκαετία της ζωής έως και στα βαθιά γεράματα. Ο περαιτέρω κεντρικός εκφυλισμός συνήθως προκαλεί πρόσθετη οπτική ανεπάρκεια. Οι ασθενείς με XLRS ηλικίας άνω των 50 ετών συχνά εμφανίζουν μεταβολές της ωχράς κηλίδας ή / και ατροφία της ωχράς κηλίδας.

Οι ερευνητές βρίσκονται στη μέση μιας κλινικής δοκιμής φάσης Ι / ΙΙ α που διερευνά την ασφάλεια και την ανεκτικότητα μιας ενιαίας ενδοϋαλοειδικής χορήγησης του αδενοϊου AAV8. Που μεταφέρει τροποποιημένο γονίδιο RS1 ως γονιδιακή θεραπεία μ κλιμακούμενες δόσεις. Οι ερευνητές χορήγησαν στους συμμετέχοντες 3 επίπεδα δόσεων. Τα αποτελέσματα περιλαμβάνουν μετρήσεις οπτικής οξύτητας, μικροπεριμετρίας, πλήρες πεδίο ERG (ΗΑΓ) OCT, φλουρο-αγγειογραφία και αιματολογικές εξετάσεις.

Επίσης γίνεται καταμέτρηση των τύπων αντισωμάτων για τους αδενοϊους μεταβιβαστές καθώς και καταμέτρηση της αντι-RS1. ορολογικής θεραπείας.

Οι παράμετροι για τις μετρήσεις έκβασης τόσο για την ασφάλεια όσο και για την αποτελεσματικότητα πρέπει να βασίζονται στη γνώση της φυσικής ποικιλίας των ασθενειών. Οι ερευνητές έχουν αναφέρει βραχυπρόθεσμη επαναληψιμότητα των λειτουργικών και ανατομικών παραμέτρων που ενδιαφέρουν την έρευνα συμπεριλαμβανομένης της οπτικής οξύτητας, της μέτρησης με OCT της κεντρικής λέπτυνσης και των παραμέτρων ERG. Για την κεντρική οπτική λειτουργία, τόσο η οπτική οξύτητα όσο και η μικροπεριμετρική εκτίμηση (δεδομένης της μη φυσιολογικής στερέωσης του ασθενούς) στοχεύουν στην καταγραφή του αντίκτυπου της νόσου στις παθήσεις της ωχράς κηλίδας. Δεδομένου ότι ο παράγοντας RS1 εμπλέκεται στη συναπτική μετάδοση, η μέτρηση του πλήρους ERG πεδίου και ιδιαίτερα της αναλογίας b / a  κυμάτων, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική.

6. β) Κλινική δοκιμή γονιδιακής θεραπείας για την φυλοσύνδετη (XLink) Ρετινόσχιση. (SMAB 2018)

Δρ. Paul Sieving και η Δρ. LisaWeiι, Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας, Bethesda MD, ΗΠΑ

Οι ερευνητές διεξήγαγαν μια μελέτη φάσης Ι/ΙΙ α. για να αξιολογήσουν την ασφάλεια και την ανοχή ενός αδενοϊού διαβιβαστή (ΑΑV Vector) που διοχετεύει κωδικοποιημένη αλληλουχία ανθρώπινης ρετινοσχισίνης (RS1) σε άτομα που πάσχουν από φυλοσύνδετη Ρετινόσχιση (XLRS). Η πάθηση αυτή, είναι ένα μονογονιδιακό στοιχείο που επηρεάζει μόνο τους άνδρες ως ασθενείς και προκαλείται από μεταλλάξεις του γονιδίου RS1. Η Ρετινοσχισίνη είναι μία πρωτεΐνη που εκκρίνεται κυρίως στο εξωτερικό μέρος του αμφιβληστροειδή και η απουσία της έχει ως αποτέλεσμα να προκαλεί αμφιβληστροειδικές κοιλότητες, συναπτικές δυσλειτουργίες/σχισμές, μειώνοντας την οπτική οξύτητα, οδηγώντας σε ευαισθησία για αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς.

Αυτή η φάση I/ΙIα, μονοκεντρικής, προοπτικής, ανοικτής, κλινικής δοκιμής με προοδευτική χορήγηση τριών δόσεων, βασισμένη στον διαβιβαστή RS1 που χορηγήθηκε σε εννέα συμμετέχοντες ασθενείς με παθογενετικές RS1 μεταλλάξεις.

Ο οφθαλμός του κάθε συμμετέχοντα με την χειρότερη οπτική οξύτητα έλαβε τον αδενοϊό διαβιβαστή AAV με – RS1 γονίδια με ένεση ενδοϋαλοειδικώς. Οι συμμετέχοντες κατατάχθηκαν σε καθεμία από τις τρεις ομάδες χορηγούμενης δόσης: 1e9 διαβιβαστής στον οφθαλμό και 1e11 vg στον οφθαλμό. Ο αδενοϊός διαβιβαστής. Ο AAV-  με RS1 γονίδια  ήταν γενικώς ικανοποιητικά ανεκτός, σε όλα εκτός από ένα άτομο. Στην περίπτωση αυτή συμπεριλαμβάνονται οφθαλμικά ευρήματα συσχετιζόμενη με την χορηγούμενη δόση φλεγμονή, που επιλύθηκαν με τοπική και από του στόματος χορήγηση κορτικοστεροειδών. Οι αμφιβληστροειδείς κοιλότητες επουλώθηκαν παροδικά σε ένα συμμετέχοντα ασθενή. Χορήγηση επιπρόσθετων δόσεων και ανοσοκατασταλτικών σχημάτων διερευνήθηκαν προκειμένου να επιδειχθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα (βλέπε περιοδικό ClinicalTrials.Gov NCT02317887).

7) Κλινική μελέτη φάσης Ι / ΙΙα γονιδιακής θεραπείας για την PDE6B Μετάλλαξη (αυτοσωμική υπολοιπόμενη Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια - ΑΥΜΑ). (SMAB 2018)

Δρ. Guylène Le Meur, Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Νάντης,

Γαλλία.

Το γονίδιο PDE6B, που κωδικοποιεί την υπομονάδα β της φωσφοδιεστεράσης των ραβδίων, καλύπτει περίπου το 4-5% των περιπτώσεων της αυτοσωμικής υπολειπόμενης μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδοπάθειας (Hartong et al., 2006).(Hartong κ.α., 2006). Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για αυτήν την πάθηση. Η γονιδιακή θεραπεία αντικατάστασης που βασίζεται στο προϊόν HORA-PDE6B (αδενοϊος διαβιβαστής AAV2 / 5. που μεταφέρει διορθωμένη την πρωτεΐνη hPDE6B) στοχεύει στην διοχέτευση του μη μεταλλαγμένου γονιδίου στα κύτταρα στόχους του αμφιβληστροειδή οδηγώντας στη σύνθεση μιας λειτουργικής πρωτεΐνης. Πρόσφατα, μια κλινική μελέτη (NCT03328130), υποστηριζόμενη από το Horama, στοχεύει στην αξιολόγηση του προϊόντος HORA-PDE6B σε ασθενείς με την νόσο ΑΥΜΑ που φέρουν μεταλλάξεις, του γονιδίου PDE6B έχει πρόσφατα ξεκινήσει στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Νάντης.

Αυτή η προοπτική μελέτη βρίσκεται στην κλινική δοκιμή φάσης Ι / ΙΙ, όπου σε διάστημα τριών ετών, θα αξιολογήσει την ασφάλεια και τη βιολογική δραστικότητα ενός μονομερούς υποαμφιβληστροειδικώς με την αξιοποίηση του HORA-PDE6B.

Η θεραπεία χορηγείται στο χειρότερα προσβεβλημένο οφθαλμό. Τουλάχιστον δώδεκα ασθενείς ηλικίας 18 ετών ή μεγαλύτερης ηλικίας θα εγγραφούν σε τρεις διαδοχικές ομάδες. Η πρώτη ομάδα θα λάβει χαμηλή δόση του προϊόντος, The η δεύτερη. θα λάβει την υψηλή δόση του προϊόντος, ενώ η ομάδα θα δεχθεί με ένεση τη μέγιστη ανεκτή δόση. Τα πρώτα στοιχεία που θα εξετασθούν θα είναι τα αποτελέσματα της ασφάλειας και της ανοχής. Στη συνέχεια, θα εξετασθούν, the τα αποτελέσματα της οπτικής λειτουργίας και θα αξιολογηθούν ανατομικές δοκιμασίες. Η εγγραφή ασθενών στην πρώτη ομάδα είναι σε εξέλιξη.

8. α) Πρόσφατα δεδομένα κλινικής δοκιμής για την Αχρωματοψία τύπου CNG3B (SMAB 2017).

Δρ Δομινίκ Φίσερ. Τμήμα Οφθαλμολογίας, Πανεπιστήμιο Tubingen, Tubingen, Γερμανία.

Η κλινική δοκιμή γονιδιακής θεραπείας CNGA3 είναι η πρώτη δοκιμή οφθαλμικής γονιδιακής θεραπείας στη Γερμανία και εγκρίθηκε μετά από εκτεταμένες προκλινικές εργασίες από μέλη της κοινοπραξίας RD-CURE. Αυτή η ομάδα συντονίζεται από τους Δρ. Bernd Wissinger και Martin Biel και αποτελείται από την ομάδα του Martin Biel, με έδρα το Μόναχο, που σχεδίασε το πειραματόζωο ποντίκι knock-out το 1999, αρκετές ομάδες στο Κέντρο Οφθαλμολογίας στο Tubingen (Dr Wissinger, Kohl, Zobor, Seeliger, Paquet-Durand, Peters, Ueffing, Wilhelm και Fischer) και ο Stephen Tsang στο πανεπιστήμιο Κολούμπια των ΗΠΑ. Η κοινοπραξία στοχεύει να φέρει τη γονιδιακή θεραπεία CNGA3 και PDE6A στην κλινική φάση Ι, η οποία χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Tistou και Charlotte Kerstan Foundation (σύμβουλος του ιδρύματος είναι ο καθηγητής E. Zrenner) και με συμβούλους τους Ιατρούς σύμβουλος ο Δρ. Moldai, Hamel, Humphries, Wijnholds, Hagemann και Bennett.

Το 2016, οι επιστήμονες ξεκίνησαν τη δοκιμή CNGA3 μετά από εκτεταμένες τοξικολογικές και BD μελέτες σε ΝΗPs. Η μελέτη είναι η πρώτη που έγινε σε ανθρώπους, ανοιχτή μελέτη, κλινική δοκιμή φάσης 1/2, χορηγούμενη κλιμάκωση δόσης, που συμμετείχαν 3 ασθενείς σε κάθε ομάδα δόσεων και σε 3 διαφορετικές ομάδες. Χρησιμοποιώντας το σύστημα διαβιβαστών με αδενοϊούς AAV8, οι επιστήμονες ξεκίνησαν με μία δόση των 1x10 1ο στους πρώτους 3 ασθενείς. Υπήρχε μία περίπτωση στην ομάδα ασθενών που δέχτηκαν χαμηλή δόση με πιθανή φλεγμονή στην περιοχή που υποβλήθηκε σε θεραπεία (δηλ. υπεραντανακλαστικές κουκίδες) ένα μήνα μετά τη θεραπεία. Αυτό ήταν υποκλινικό εύρημα, εντελώς αναστρέψιμο μέσω θεραπείας στεροειδών και δεν επηρέασε την οπτική λειτουργία σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο. Οι επιστήμονες έκριναν ότι αυτό το γεγονός δεν είναι λόγος για να σταματήσει η κλινική δοκιμή και η ανεξάρτητη επιτροπή παρακολούθησης των δεδομένων συμφώνησε σε μια κλιμάκωση της χορηγούμενης δόσης σε 5x10 10. Ένας ασθενής από την ομάδα χορήγησης ενδιάμεσης δόσης εμφάνισε συμπτώματα ήπιας ιριδοκυκλίτιδας ένα μήνα μετά τη θεραπεία, η οποία ήταν επίσης πλήρως αναστρέψιμη μέσω θεραπείας με στεροειδή και δεν επηρέασε την οπτική λειτουργία σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο. Και πάλι, η επιτροπή διαχείρισης δεδομένων συμφώνησε, ώστε η ομάδα των ερευνητών να προχωρήσει περεταίρω την έρευνα και να κλιμακώσουν την χορηγούμενη δόση σε υψηλότερα επίπεδα (1x10 11). Αυτοί η τελευταία ομάδα ασθενών βρίσκεται στην διαδικασία αξιολόγησης για τουλάχιστον 6 μήνες και δεν έχει παρατηρηθεί καμία φλεγμονή σε κανέναν ασθενή από την ομάδα υψηλής δόσης έως σήμερα. Η τελευταία επίσκεψη για αξιολόγηση του τελευταίου ασθενή, έχει προγραμματιστεί για το τελευταίο τρίμηνο του 2017 με διαδοχική ανάλυση των αποτελεσμάτων της δοκιμής.

Σκοπός της μελέτης είναι να αποδειχθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της χρήσης διαβιβαστών αδενοϊων (Raav), που μεταφέρουν την μετάλλαξη hCNGA3  στο πλαίσιο γονιδιακής θεραπείας σε ασθενείς με αχρωματοψία. Το κύριο τελικό σημείο της μελέτης είναι η ασφάλεια και θα αξιολογηθεί με κλινική εξέταση σε επίπεδο οφθαλμικής φλεγμονής. Η συστηματική ασφάλεια αξιολογείται με μέτρηση ζωτικών σημείων, συνήθεις κλινικές βιοχημικές εξετάσεις (συμπεριλαμβανομένης της CRP, ESR) και διαφοροποίηση αιμοπεταλίων. Δοκιμασίες ανοσοπαθολογίας συμπεριλαμβανομένου του τεστ ELISA και της λεμφοκυτταρικής δραστηριότητας. Η βιοδιανομή παρακολουθείται με μελέτες qPCR  στο γονιδίωμα που μεταφέρουν οι αδενοϊοι rAAV8 στο αίμα, τα ούρα, το σάλιο και το δακρυϊκό υγρό.

Οι δοκιμασίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα, περιλαμβάνουν μέτρηση οπτικής οξύτητας BCVA, ευαισθησία αντίθεσης, έγχρωμη όραση (σταθερότητα χρώματος, ανωμαλοσκόπηση, δοκιμή χρωμάτων Cambridge), μέτρηση φακού, μικροπεριμετρία, προσαρμογή στο σκοτάδι, GF-ERG (ΗΑΓ) και VFQ25(οπτικά πεδία) και A3-PRO, ως αναφερόμενα εκτιμώμενα ευρήματα των ασθενών.

Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα δείχνουν καλή ασφάλεια της μεθόδου. Οι ερευνητές δεν παρατήρησαν καμία χειρουργική ή μετεγχειρητική επιπλοκή όπως η αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, αιμορραγία ή φλεγμονή που δεν ανταποκρίνονται στη θεραπεία. Όσον αφορά τα μέτρα δευτερογενούς έκβασης, εγκρίθηκε μια προκαταρκτική ανάλυση των δεδομένων αποτελεσματικότητας σε μια τροποποίηση της μελέτης από τον Απρίλιο του 2017. Αυτή τη στιγμή  οι ερευνητές πραγματοποιούν αυτή την ανάλυση και είναι ενθουσιασμένοι για τα τελικά αποτελέσματα στις αρχές του 2018.

8. β) Κλινική δοκιμή για την Αχρωματοψία τύπου CNB3B.(SMAB 2018)

Δρ. Dominik Fischer, Πανεπιστήμιοτου Tuebingen, Tuebingen,

Γερμανία.

Η κλινική δοκιμή γονιδιακής θεραπείας με CNGA3 είναι η πρώτη κλινική δοκιμή οφθαλμικής γονιδιακής θεραπείας στη Γερμανία και ήταν η πρώτη στο είδος της για την αχρωματοψία. Παγκόσμιος είναι προϊόν/αποτέλεσμα της κοινοπραξίας RD-CURE, μιας ομάδας κλινικών ιατρών και επιστημόνων που συντονίστηκαν από τον Bernd Wissinger (Tübingen) και τον Martin Biel (Munich).(Μόναχο). Η κοινοπραξία στοχεύει στο να φέρει την γονιδιακή θεραπεία με CNGA3 και PDE6A σε κλινικές μελέτες φάσης, σε μελέτες Ι, χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Tistou και Charlotte Kerstan (σύμβουλος του ιδρύματος: Καθηγητής. Ε. Ζρεννέρ) και σύμβουλοι αυτής είναι ο Δρ. Molday, Hamel, Humphries, Wijnholds, Hagemann και Bennett.

Το 2015 οι ερευνητές ξεκίνησαν την κλινική CNGA3 μετά από εκτεταμένες τοξικολογικές και BD μελέτες στο ΝΗPS. Η μελέτη είναι η πρώτη ανθρώπους ανοικτού τύπου, κλινική δοκιμή φάσης 1/2 με μία σταδιακή μελέτη χορήγησης κλιμακούμενων δόσεων, με 3 ασθενείς σε κάθε ομάδα δόσης σε 3 διαφορετικές ομάδες.

Χρησιμοποιεί σύστημα αδενοϊών διαβιβαστών AAV8, και ξεκίνησε με χορήγηση δόσης στην ομάδα με τους 3 πρώτους ασθενείς. Υπήρξε μία περίπτωση στη ομάδα που έλαβε χαμηλή δόση, που εμφάνισε πιθανή φλεγμονή στην περιοχή που υποβλήθηκε σε θεραπεία (δηλ. υπερευαίσθητα σημεία), ένα μήνα μετά τη θεραπεία. Αυτό το σύμπτωμα ήταν υποκλινικό, εντελώς αναστρέψιμο με θεραπεία μέσω χορήγησης στεροειδών. Χωρίς να επηρεάσει την οπτική λειτουργία σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Οι ερευνητές έκριναν ότι αυτό δεν είναι ανασταλτικός παράγον για την θεραπεία και τα ανεξάρτητα δεδομένα που διετέθησαν στην επιτροπή οδήγησαν στο να συμφωνήσει στην χορήγηση κλιμακωτής αύξησης της δόσης σε 5x1010. Ένας ασθενής από την ομάδα που έλαβε ενδιάμεση δόση, ανέπτυξε συμπτώματα ήπιας ιριδοκυκλίτιδας ένα μήνα μετά τη θεραπεία, η οποία ήταν επίσης πλήρως αναστρέψιμη με θεραπεία μέσω στεροειδών και δεν επηρέασε την οπτική λειτουργία σε οποιοδήποτε χρονική στιγμή. Και πάλι, η επιτροπή DMC, συμφώνησε να προχωρήσει η έρευνα με κλιμακωτή χορήγηση δόσης στην υψηλότερη δοσολογία (1x10 11). Σήμερα όλοι οι ασθενείς παρακολουθούνται κατ’ ελάχιστο 12 μήνες και δεν έχει παρατηρηθεί οποιαδήποτε φλεγμονή σε καμία περίπτωση ασθενή από την ομάδα υψηλών δόσεων μέχρι σήμερα. Η τελευταία επίσκεψη του τελευταίου ασθενή έγινε στο τέλος του έγινε στο 2017 και η συνεχής ανάλυση των αποτελεσμάτων της κλινικής δοκιμής είναι σε εξέλιξη.

Ως κορυφαία αποτελέσματα μπορούν να αναφερθούν:

1ον καταληκτικό σημείο που βρέθηκε. Το προϊόν μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια και η διαδικασία είναι πολύ καλά ανεκτική στους ασθενείς.

2ον καταληκτικό σημείο (αποτελεσματικότητα), Η διερεύνηση των τελικών ευρημάτων δίνει μια συνεπή εικόνα βελτίωσης της λειτουργίας των κωνίων (π.χ. οπτική οξύτητα, ευαισθησία αντίθεσης, χρωματική όραση) που αντιστοιχούν στα αναφερόμενα από τους ασθενείς αποτελέσματα εφόσον ολοκληρώθηκαν οι σχετικές μετρήσεις.

9. α) Πρόσφατη ενημέρωση σχετικά με τη γονιδιακή θεραπεία της χοριοειδεραιμίας και την Φιλοσύνδετης Μελαγχρωστικής Αμφιβληστροειδοπάθειας (X-Linked RP). (SMAB2017)

Δρ. Robert MacLaren Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Οξφόρδη, Ηνωμένο Βασίλειο.

Στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης οι επιστήμονες συντονίζουν επί του παρόντος δύο κλινικές δοκιμές γονιδιακής θεραπείας για παθήσεις αμφιβληστροειδούς. Μια μελέτη Φάσης 2 που χρηματοδοτείται από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης διερευνά τη γονιδιακή θεραπεία στη χοριοειδεραιμία σε ασθενείς πρώιμου σταδίου και είναι μια συνεργασία μεταξύ του νοσοκομείου Moorfields Eye και του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Μέχρι στιγμής, 18 ασθενείς έχουν συμμετάσχει στη μελέτη και έχουν υποβληθεί σε επιτυχημένη χειρουργική επέμβαση γονιδιακής θεραπείας. Αυτό συμπληρώνει την διερεύνηση των κλινικών δοκιμών της γονιδιακής θεραπείας για την χοριοειδεραιμία, που συνδέονται σε ερευνητικό επίπεδο με την Οξφόρδη, οι οποίες κατ’ επέκτασην διεξάγονται στο Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα στο Έντμοντον, στο Κέντρο Οφθαλμολογίας στο Tübingen της Γερμανίας και στο Ινστιτούτο Bascom Palmer Eye στο Μαϊάμι. Η εταιρία Nightstarx Ltd σχεδιάζει επίσης περαιτέρω κλινικές δοκιμές που είναι διεθνείς και ανεξάρτητες από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Τον Μάρτιο του 2017, οι επιστήμονες επίσης ξεκίνησαν γονιδιακή θεραπεία για την Φυλοσύνδετη Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια (x-linked RP) που προκλήθηκαν από μεταλλάξεις στο γονίδιο RPGR. Η κλινική δοκιμή χρηματοδοτείται από την εταιρία NightstarX Ltd, χρησιμοποιώντας τεχνολογία γονιδιακής θεραπείας που αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το έργο χρηματοδοτήθηκε αρχικά από το Συμβούλιο Ιατρικών Ερευνών (Αγγλία) και με επικεφαλής τον καθηγητή Prof Dominic Fischer, ο οποίος βρίσκεται τώρα στο Tübingen. Η επιστήμη πίσω από τη κλινική δοκιμή περιλαμβάνει έναν σύνθετο αλγόριθμο βελτιστοποίησης κωνίων που παρέχει σταθερή πρωτεΐνη RPGR και έχει ξεπεράσει πολλά από τα προβλήματα των εξαλείψεων και της συνδετικότητας, όταν χρησιμοποιούν την αλληλουχία «άγριου τύπου» σε διαβιβαστές ιούς ΑΑν (Fischer κ.ά., Mol Therapy 2017). Αυτή η πρώτη κλινική δοκιμή σε άνθρωπο, επιτυγχάνει την διοχέτευση της πλήρους πρωτεΐνη RPGR «άγριου τύπου», η οποία την διακρίνει από άλλες κλινικές μελέτες, στις οποίες έχει προταθεί η χρήση σταθεροποιημένων RPGR που περιέχουν τυχαίες εξαλείψεις. Αρκετοί ασθενείς έχουν υποβληθεί τώρα σε απλή χειρουργική επέμβαση γονιδιακής θεραπείας στην Οξφόρδη. Οποιοσδήποτε άλλος φορέας επιθυμεί να συμμετάσχει στην επόμενη φάση της δοκιμής, πρέπει να επικοινωνήσει με το Nightstar μέσω των γραφείων του Λονδίνου ή της Βοστώνης.

9. β) Ενημέρωση σχετικά με τη γονιδιακή θεραπεία για τη χοριοειδεραιμία και την φυλοσύνδετη Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια ( XLRP). (SMAB 2018)

Δρ. Robert MacLaren, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Οξφόρδη, Αγγλία .

Ο Δρ MacLaren έδωσε μια επικαιροποιημένη ενημέρωση αναφορικά με το πρόγραμμα γονιδιακής θεραπείας Nightstar της χοριοειδεραιμίας το οποίο βρίσκεται τώρα σε κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ η οποία διενεργείτε σε 11 διαφορετικές χώρες. Το τελικό σημείο της Φάσης ΙΙΙ είναι να επιτευχθεί μια κλινικά σημαντική αύξηση της οπτικής οξύτητας σε τουλάχιστον 6 ασθενείς κατά 1 χρόνο μετά την χορήγηση γονιδιακής θεραπείας.

Επίσης παρουσίασε μακροχρόνια δεδομένα από την συνεχιζόμενη κλινική δοκιμή της Οξφόρδη, τα οποία έδειξαν ότι και οι 12 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία σύμφωνα με το πρωτόκολλο διατήρησαν την οπτική τους οξύτητα έως και 5 χρόνια στα θεραπευμένα μάτια τους ενώ 8 από τους 12 είχαν απώλειες οπτικής οξύτητας στα μη θεραπευμένα μάτια τους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Στους 7 ασθενείς στους οποίους είχε μειωθεί η οπτική οξύτητα στη βασική γραμμή, οι 3 κέρδισαν 3 ή περισσότερες γραμμές οπτικής οξύτητας που ήταν αποτέλεσμα που είχε διάρκεια έως και 5 έτη. Ανατομικά χαρακτηριστικά δείχνουν επιβράδυνση του εκφυλισμού έγιναν επίσης εμφανή πέρα από την περίοδο παρακολούθησης 2 ετών. Αυτά τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν επίσης στην κύρια συνεδρίαση της ARVO. Εξηγήθηκε επίσης ότι η κλινική δοκιμή της γονιδιακής θεραπείας για την φυλοσύνδετη Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια (XLRP), εξελίσσεται πολύ καλά παρακολουθώντας τον πρώτο ασθενή που υποβλήθηκε σε θεραπεία στην Οξφόρδη το 2017.

Αρκετά κέντρα στις ΗΠΑ θα ενταχθούν στην κλινική δοκιμή αυτό το έτος. Ο Δρ MacLaren ανέφερε ότι ο αδενοϊός διαβιβαστής AAV8 που χρησιμοποιούν οι ερευνητές, κωδικοποιεί μία κωδικοποιημένη οπτική έκδοση ανθρώπινων RPGR, που αποφεύγουν τις διαγραφές σε ένα ανοιχτό πλαίσιο ανάγνωσης (ORF) 15 περιοχών του δια γονιδίου. Αναφερόμενος στους Fischer κ.α. (2017), επιβεβαίωσε ότι ο βαθμός γλουταμυλίωσης στην κωδικοποιημένη οπτική έκδοση ήταν όμοια όπως στο ανθρώπινο γονίδιο RPGR, όπως αποδεικνύεται από πρόσφατες παρατηρήσεις των μεταλλάξεων TTLL5 της νόσου δυστροφίας κωνίων -ραβδίων στις οποίες το δεν είναι πλήρως γλουταμυλιωμένο. Η  κλινική δοκιμή έχει σχεδόν ολοκληρώσει την φάση κλιμακούμενης χορήγησης δόσεων, χωρίς σοβαρά ανεπιθύμητα συμβάντα να έχουν αναφερθεί μέχρι σήμερα.

10) Ενημέρωση σχετικά με την μελέτη για την ασφάλεια και τη προοδευτική χορήγηση δόσεων AAV2- hCHM (αδενοϊών) για τη θεραπεία της χοριοειδεραιμίας.(smab 2018)

Δρ. Rachel Huckfeldt, Μασαχουσέτη, Εργαστήριο όρασης και ακοής, Βοστώνη ΜΑ, ΗΠΑ.

Η εταιρία Spark Therapeutics, ξεκίνησε μια κλινική δοκιμή ανοιχτή με προοδευτική χορήγηση δόσεων φάσης 1/2 το 2015 για να εκτιμηθεί η ασφάλεια και η ανεκτικότητα μιας γονιδιακής θεραπείας χορηγούμενης υπο-αμφιβληστροειδικώς με τη χρήση αδενοϊού διαβιβαστή AAV2-hCHM, για τη θεραπεία της χοριοειδεραιμίας. Πρόσθετοι στόχοι της κλινικής δοκιμής είναι να κατανοηθούν τυχόν επιπτώσεις ως καταληκτικά κλινικά σημεία, που μπορεί να σηματοδοτήσουν δραστηριότητα του μεταφερόμενου γονιδίου. Ομάδα δεκαπέντε ασθενών έχουν τώρα εγγραφεί στην έρευνα και έχουν λάβει σχετικές δόσεις θεραπείας. Κάθε συμμετέχων έλαβε μία εφάπαξ χορήγηση του φαρμάκου που είναι υπό μελέτη με τον άλλο οφθαλμό να αποτελεί στοιχείο σύγκρισης και ελέγχου. Η κλιμάκωση των χορηγούμενων δόσεων εξελίχθηκε όπως είχε σχεδιαστεί μετά από την έναρξη της θεραπείας σε πέντε άτομα που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με τη χαμηλότερη δόση, καθώς τα δεδομένα ασφάλειας δεν αποκάλυψαν καμία ανησυχία. Η δεύτερη ομάδα με άλλους πέντε ασθενείς έλαβε έτσι υψηλότερη δόση.

Μια ενδιάμεση ανάλυση τον Μάρτιο του 2017 έδειξε ενθαρρυντικά σημεία αλλά όχι

στατιστικώς σημαντικές διαφορές μεταξύ των οφθαλμών που είχαν δεχτεί θεραπεία και των οφθαλμών ελέγχου. Η έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων αποδόθηκε στον ελάχιστο χρόνο και στην πολυπλόκοτητα της παρακολούθησης (1,5 έτη ή λιγότερο για 9 ασθενείς) καθώς και τα μεταγενέστερα στάδια της νόσου που είχαν οι ασθενείς. Η δοκιμή επεκτάθηκε στα μέσα του 2017, για να συμπεριλάβει επιπλέον πέντε ασθενείς με λιγότερο προχωρημένη ασθένεια για να κατανοήσουμε περαιτέρω τις επιδράσεις της θεραπείας με AAV2-hCHM.

Τα άτομα αυτά έλαβαν επίσης την υψηλότερη δόση ως Τρίτη ομάδα. Δεν έχουν υπάρξει αντενδείξεις συσχετιζόμενες με την χορήγηση του φαρμάκου στη συνολική μελέτη. Ο δευτερεύων στόχος εξακολουθεί να αξιολογείται, με μετρήσεις της λειτουργικότητας και της δομής αμφιβληστροειδή Επιπρόσθετες αναλύσεις και των δύο ομάδων που έλαβαν διαφορετικές δόσεις, αναμένονται αργότερα το 2018.

11) Θεραπεία με Luxturna (voretigeneneparcocec-rzyl) για την διπλής κατεύθυνσης RPE65 μετάλλαξης, συσχετιζόμενη με δυστροφία στον αμφιβληστροειδή. (SMAB 2018)

Ο Δρ. ThomasCiulla, SparkTherapeutics, ΦιλαδέλφειαPA, ΗΠΑ

Τον Δεκέμβριο του 2017, η Αρχή Φαρμάκων και Τροφίμων των ΗΠΑ, ενέκρινε αίτηση χορήγησης άδειας της Spark Therapeutics για την θεραπεία LUXTURNA ™ (voretigene neparvovec-rzyl), που χρησιμοποιεί έναν αδενοϊό-όχημα/διαβιβαστή, η βασισμένο σε γονιδιακή θεραπεία, για τη θεραπεία των ασθενών με επιβεβαιωμένη την διπλής κατεύθυνσης RPE65 μετάλλαξη, συσχετιζόμενη με δυστροφία στον αμφιβληστροειδή.

Οι ασθενείς πρέπει να έχουν βιώσιμα κύτταρα αμφιβληστροειδούς όπως προσδιορίζονται η θεραπεία από τους ιατρούς. Μία ανοιχτή μελέτη φάσης 3 περιλάμβανε 31 συμμετέχοντες ασθενείς 21 στους οποίους έγινε η παρέμβαση και 10 ως ομάδα ελέγχου. Οι ασθενείς που δέχτηκαν την θεραπεία έλαβαν ενέσεις υπόαμφιβληστροειδικά με την θεραπεία LUXTURNA δοσολογημένη σε 1,5 χ 1011 διαβιβαστές με γονιδιώματα ανά οφθαλμό, με απόσταση από 6 έως 18 ημερών. Τα άτομα στην ομάδα ελέγχου δέχτηκαν την θεραπεία LUXTURNA μετά από ένα χρόνο. Η αποτελεσματικότητα βασίστηκε σε μια δοκιμασία κινητικότητας, πολυ-φωτεινότητας (MLMT) μετρώντας τις μεταβολές ως αφετηρία από το πρώτο έτος. Η δοκιμασία MLMT σχεδιάστηκε για να μετρήσει αλλαγές στην λειτουργικότητα της όρασης, όπως εκτιμήθηκε από την πλοήγηση μιας σειράς διαφορετικών επιπέδων φωτισμού στο περιβάλλον.

Κατά το πρώτο έτος, παρατηρήθηκε μια μέση αλλαγή στην βαθμολόγηση του MLMT για 2 ασθενείς που παρατηρήθηκαν και ανήκαν στην ομάδα παρέμβασης και ελέγχθηκαν και για τους 2 οφθαλμούς (p = 0,001), που έδειξε μια στατιστικά σημαντική και κλινικά αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ της ομάδας παρέμβασης και της ομάδας ελέγχου.

Σε κλινικές μελέτες, εμφανίστηκαν οφθαλμικές ανεπιθύμητες ενέργειες στο 66% στους ασθενείς που έγινε η έρευνα, που μπορεί να έχουν σχέση με την θεραπεία LUXTURNA, που αντιμετωπίστηκαν με ενέσιμα κορτικοστεροειδή ή συνδυασμό αυτών. Προειδοποιήσεις και προφυλάξεις συμπεριλαμβάνουν την ενδοφθαλμίτιδα, μόνιμη μείωση της οπτικής οξύτητας, ανωμαλίες του αμφιβληστροειδούς, αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, διόγκωση ενδοφθάλμιων φυσαλίδων με αέρα καθώς και καταρράκτη. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν η υπεραιμία του επιπεφυκότος, ο καταρράκτης, η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, εκροή υγρών στον αμφιβληστροειδη, η αραίωση του κερατοειδούς, η οπή της ωχράς κηλίδας, τα υποαμφιβληστροειδικά εξιδρώματα, η φλεγμονή, ο ερεθισμός και ο πόνος στον οφθαλμό, και ωχροπάθειες (ρωγμές στην επιφάνεια της ωχράς κηλίδας). Η θεραπεία με το LUXTURNA δεν συνιστάται για ασθενείς ηλικίας κάτω των 12 μηνών.

12. α) Επικαιροποίηση δεδομένων σχετικά με την Κλινική δοκιμή της γονιδιακής θεραπείας RPE65 Spark (SMAB 2017)

Δρ. Katherine High, Συνιδρυτής, Πρόεδρος και Διευθύνων Επιστημονικός Υπεύθυνος, της εταιρίας Spark Therapeutics, Philadelphia, ΗΠΑ

Η Katherine A. High, MD παρουσίασε μια επισκόπηση των αποτελεσμάτων της φάσης 3 της κλινικής δοκιμής της ερευνήτριας εταιρείας «For etigene neparvovec», που αξιοποιεί ως όχημα – μεταφορέα έναν αδενοϊό (AAV), που εκφράζεται στην μετάλλαξη RPE65. Αυτή η μελέτη είναι η πρώτη τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή στη γονιδιακή θεραπεία μιας γενετικής νόσου. Η κλινική δοκιμή περιελάβανε ασθενείς συμμετέχοντες με επιβεβαιωμένη γενετική διάγνωση μεταλλάξεων σε RPE65.

Οι συμμετέχοντες που πληρούσαν όλα τα κριτήρια εγγραφής στην μελέτη, τυχαιοποιήθηκαν σε αναλογία 2: 1 για να ενταχθούν είτε στην ομάδα παρέμβασης/θεραπείας (σύνολο 20), όπου υποβλήθηκαν σε διαδοχική αμφίπλευρη ένεση του μεταφορέα AAV και στους δύο οφθαλμούς ή σε μια ομάδα ελέγχου (σύνολο 9),όπου ολοκλήρωσαν την ίδια σειρά αξιολογήσεων κατά την έναρξη, σε περιόδους μετά από 30 ημέρες, 90 ημέρες, 180 ημέρες και 365 ημέρες μετά την τυχαιοποίηση, αλλά χωρίς να έχουν δεχθεί με ένεση τον μεταφορέα AAV με την γονιδιακή θεραπεία. Αυτοί που στην ομάδα ελέγχου είχαν τη δυνατότητα, κατά τη λήξη της δοκιμής ενός έτους, να περάσουν και να λάβουν διαδοχικές, αμφίπλευρες ενέσεις και στα δύο μάτια.

Τα τελικά σημεία της δοκιμής, ήταν η σύγκριση μεταξύ των μελών της ομάδος παρέμβασης και της ομάδος ελέγχου σε μια σειρά τελικών χρονικών σημείων σε περίοδο ενός έτους. Τα προκαθορισμένα τελικά σημεία περιλάμβαναν το πρωταρχικό τελικό σημείο, το οποίο ήταν η μεταβολή στη χαμηλότερη στάθμη φωτός, στην οποία οι ασθενείς μπορούσαν να περάσουν μια δοκιμασία κινητικότητας σε πολλαπλά επίπεδαφωτισμού (MLMT) σε ένα έτος, συγκρινόμενα με το χαμηλότερο επίπεδο φωτός διέλευσης στην αρχική κατάσταση ελέγχου των δύο οφθαλμών και τρία δευτερεύοντα τελικά σημεία: μεταβολή της ευαισθησίας φωτός πλήρους πεδίου από την αρχική τιμή σε ένα έτος., αλλαγή στις επιδόσεις σε MLMT χρησιμοποιώντας μόνο τον ένα οφθαλμό, και της οπτικής οξύτητας. Πρόσθετα προκαθορισμένα τελικά σημεία περιελάμβαναν ελέγχους οπτικού πεδίου τύπου Goldmann και Humphrey, την ευαισθησία αντίθεσης και μια λειτουργική αξιολόγηση της όρασης βασισμένη στην κίνηση σε χώρους κοινότητας με την υποστήριξη ενός ειδικόυ προσανατολισμού και κινητικότητας.

Για το πρωταρχικό τελικό σημείο, οι συμμετέχοντες στην ομάδα επέμβασης (χορήγησης φαρμάκου) βελτιώθηκαν κατά 1,8 επίπεδα φωτός στη δοκιμασία MLMT (κινητικότητα) , ενώ οι τα άλλα άτομα στην ομάδα ελέγχου βελτιώθηκαν κατά 0,2 επίπεδα φωτός με τιμή στατιστικής σημαντικότητας 0,0013. Δεκατρείς από τους 20 συμμετέχοντες στην ομάδα παρέμβασης (65%) ήταν ικανοί να περάσουν την δοκιμασία MLMT, με φωτισμό 1 lux, το χαμηλότερο επίπεδο φωτισμού που δοκιμάστηκε, για χρονική περίοδο μετά από ενός έτος, ενώ κανένας από τους συμμετέχοντες στην ομάδα ελέγχου δεν το κατάφερε. Για τα δευτερεύοντα τελικά σημεία, η μέση ευαισθησία του φωτός πλήρους πεδίου στην ομάδα παρέμβασης βελτιώθηκε περίπου 100 φορές, ενώ υπήρξε μικρή έως καμία αλλαγή στην ομάδα ελέγχου (p = 0,0004), και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης δοκιμασίας MLMΤ με έναν οφθαλμό, έδωσε παρόμοια διμερή αποτελέσματα (όπως στο πρωτεύον τελικό σημείο). Η οπτική οξύτητα παρουσίασε μια τάση βελτίωσης στην ομάδα παρέμβασης (βελτίωση με 8 γράμματα με την καλύτερη διόρθωση της οπτικής οξύτητας) έναντι της ομάδας ελέγχου (βελτίωση κατά 1,6 γράμματα), αλλά αυτό δεν έφθασε σε επίπεδα αυξημένης στατιστικής σημαντικότητας (p = 0,27). Τα οπτικά πεδία τύπου Goldmann με τη χρήση του ερεθίσματος δοκιμής III4e, βελτιώθηκαν από 332 συνολικά βαθμούς στο αρχικό στάδιο έως 673 βαθμούς κατά μέσο όρο στο τέλος της χρονικής περιόδου ενός έτους, στην ομάδα παρέμβασης, ενώ τα οπτικά πεδία στην ομάδα ελέγχου μειώθηκαν (από τον μέσο όρο των 427 σε 398 άθροισμα συνολικών βαθμών) κατά την ίδια χρονική περίοδο.

Δεν παρατηρήθηκαν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες (ΣΑΕ) που σχετίζονται με την «voretigene neparvovec» ή επιβλαβείς ανοσολογικές αντιδράσεις. Τα περισσότερα οφθαλμικά επεισόδια ήταν ήπιας σοβαρότητας, με τα πλέον κοινά οφθαλμικά επεισόδια να είναι η παροδική ήπια φλεγμονή του οφθαλμού, η παροδική αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, ο καταρράκτης και τα ενδοεγχειρητικά δάκρυα του αμφιβληστροειδούς. Η Spark Therapeutics έχει επωφεληθεί από την διαδικασία έγκρισης καινοτόμων θεραπειών του FDA, για να καταθέσει μια κυλιόμενη πρόταση στην επιτροπή Αιτημάτων Βιολογικών Αδειών (BLA) της Αμερικανικής Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA). Η Spark σκοπεύει επίσης να υποβάλει αίτηση στην επιτροπή Χορήγησης Άδειας Κυκλοφορίας για την αγορά, στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων.

12. β) Ενημέρωση σχετικά με τη θεραπεία για κληρονομικές εκφυλιστικές παθήσεις του αμφιβληστροειδούς που οφείλονται σε μεταλλάξεις στα γονίδια RPE65 και RLBP1, (smab 2018).

Ο Δρ Kali Stasi, Ινστιτούτο της Novartis για τη Βιοϊατρική έρευνα, Cambridge, MA, USAMA, ΗΠΑ.

Ενημέρωση για την θεραπεία της μετάλλαξης RPE65 : Τον Ιανουάριο του 2018, οι Novartis και Spark Therapeutics εισήχθησαν σε ξεχωριστές συμφωνίες χορήγησης αδειών που καλύπτουν την ανάπτυξη, την καταγραφή και τα εμπορικά δικαιώματα και την προμήθεια της φαρμακευτικής ουσίας voretigene neparvovec (LuxturnaTM) στις αγορές εκτός των ΗΠΑ. Η Novartis δεσμεύεται να διασφαλίσει ότι οι ασθενείς εκτός των ΗΠΑ, έχουν πρόσβαση σε αυτή την καινοτόμο γονιδιακή θεραπεία, που προορίζετε για ασθενείς που πάσχουν από διπλής κατεύθυνσης δυστροφίες αμφιβληστροειδούς που σχετίζονται με την μετάλλαξη RPE65, μια προοδευτική ασθένεια που τελικά οδηγεί σε πλήρη τύφλωση στην πλειοψηφία των ασθενών και για την  οποία δεν υπάρχει άλλη φαρμακοθεραπεία διαθέσιμη.

Ενημέρωση για την θεραπεία της μετάλλαξης RLBP1: Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια (Μ.Α.) που χαρακτηρίζεται από αμφιβληστροειδίτιδα που συνδέεται με την πρωτεΐνη 1 (RLBP1), είναι μία σπάνια προοδευτική εκφυλιστική ασθένεια του αμφιβληστροειδούς χωρίς κάποια διαθέσιμη θεραπεία ως σήμερα. Είναι μια μορφή αυτοσωμικού υπολειπόμενου τύπου Μ.Α. που προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο RLBP1, στο χρωμόσωμα 15, με αποτέλεσμα είτε την απουσία ή δυσλειτουργία της κυτταρικής αμφιβληστροειδίτιδας που συνδέεται με την πρωτεΐνη (CRALBP), μία πρωτεΐνη που είναι σημαντική στον οπτικό κύκλο. Η Μ.Α. τύπου RLBP1 χαρακτηρίζεται από πρώιμη, σοβαρή νυχτερινή τύφλωση και βραδεία προσαρμογή στο σκοτάδι από την παιδική ηλικία, ακολουθούμενη από προοδευτική απώλεια οπτικού πεδίου, οπτικής οξύτητας και απώλειας της έγχρωμης όρασης.

Συχνά οι περισσότεροι ασθενείς είναι νομικά τυφλοί από τη μέση ενήλικη ζωή. Η προκλινική έρευνα που υλοποιείται σε μοντέλα ποντικών πειραματόζωα Rlbp1 τα οποία φέρουν την γενετική μετάλλαξη που προκαλεί καθυστέρηση στην προσαρμογή στο σκοτάδι και οδηγεί σε νυχτερινή τύφλωση, μία από τις τυπικές κλινικές εκδηλώσεις της νόσου. Μία υποαμφιβληστροειδική έγχυση με ένεση, που εμπεριέχει ένα αυτο-συμπληρωματικό ανθρώπινο RLBP1 γονιδίωμα, που μεταφέρεται με έναν αδενο-συσχετισμένο διαβιβαστή, τοποθετούμενο σε κάψουλα, έδειξε ότι βελτίωσε τη ανταπόκριση των ραβδίων κυττάρων που συμμετέχουν στην προσαρμογή στο σκοτάδι για ένα έτος, χορηγούμενος σε μια εξαρτημένη δοσολογία. (Choi VW κ.ά., περιοδικό Mol.Ther.Methods Clin Dev. 2015;2:15022).

Μια μελέτη πιθήκων, έδειξε ότι το CPK850 με μια αρχική δόση του υπαμφιβληστροειδικώς  ~ 3x10 7 VG / μL μπορεί με ασφάλεια να χρησιμοποιηθεί σε κλινικές δοκιμές (MacLachlan ΤΚ κ.ά. Molecular Therapy: περιοδικό Methods & Clinical Development 2018 PMID: 29359172). Μια μελέτη Φυσικής Ιστορίας έδειξε μία μη στατιστικά σημαντική εξέλιξη της νόσου ύστερα από παρακολούθηση σε περίοδο διάρκειας 2 ετών. Μια κλινική δοκιμή φάσης 1/2 «ελέγχου υπόθεσης» (PoC), περιγράφεται επί του παρόντος στο ιστότοπο clinicaltrials.gov NCT03374657.

Ε. ΣΧΕΔΙΑΖΟΜΕΝΕΣ ΓΟΝΙΔΙΑΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ

13) Μακροπρόθεσμη διατήρηση της λειτουργίας και της δομής των φωτοδεκτικών κυττάρων, μετά από θεραπεία σε πρώιμο στάδιο με αξιοποίηση γονιδιακής θεραπείας με διαβιβαστές AAV (αδενοϊούς) σε ένα μοντέλο πειραματόζωων σκύλων, που έχουν την μετάλλαξη NPHP5 της Συγγενούς Αμαύρωσης (SMAB 2018).

Dr. Gustavo Aguirre, Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, Φιλαδέλφεια, ΗΠΑ.

Η απομόνωση του C-τερματικού άκρου του γονιδίου NPHP5 (IQCB1) προκαλεί πρώιμης εμφάνισης βλάβες στους φωτοϋποδοχείς και κατ΄ επέκτασιν προκαλεί ταχεία προοδευτική εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς στα πειραματόζωα σκυλιά. Μέχρι την ηλικία των 6 εβδομάδων, οι αποκρίσεις των ραβδίων κυττάρων μειώνονται αισθητά σε εύρος ή απουσιάζουν και η απόκριση των κωνίων κυττάρων δεν είναι δυνατόν να καταγραφεί. Η απουσία της λειτουργίας των κωνίων, συσχετίζεται με την έλλειψη εξωτερικών τμημάτων των κωνίων, παρόλο που υπάρχει η διατήρηση των εσωτερικών τμημάτων των εν λόγω κυττάρων. Αυτή η διατήρηση προσφέρει τη πιθανότητα για μια επιτυχημένη γονιδιακή θεραπεία. Οι ερευνητές αναφέρουν σήμερα την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα στα πρώιμα στάδια της θεραπείας .

Υποαμφιβληστροειδικές ενέσιμες εγχύσεις δόσεις 70 μΙ του cNPHP5 θεραπευτικού διαβιβαστή, που είναι ο AAV2 / 5-hIRBP- ή hGRK1-(αδενοϊων), σε επίπεδα κυμαινόμενα από 1,5 - 5 Ε11 ή Ε12 vg / ml, έγιναν στο ένα μάτι των προσβεβλημένων σκύλων στην ηλικία των 5-6 εβδομάδων, με οφθαλμούς άλλων σκύλων που δεν δέχτηκαν θεραπεία και χρησιμεύουν ως ομάδα ελέγχου. Οι μετρήσεις στην δομή και στην λειτουργία ποσοτικοποιήθηκαν με την εξέταση OCT και ERG(ΗΑΓ) πλήρους πεδίου. Η οπτική συμπεριφορά των σκύλων αξιολογήθηκε μετά από ~ 1 χρόνο από τη λήψη θεραπείας, χρησιμοποιώντας μια σειρά αποφυγής εμποδίων για να ελέγξει ξεχωριστά τα θεραπευμένα και τα ετερόπλευρα μάτια ελέγχου. Η γονιδιακή θεραπεία αποκατέστησε τη λειτουργία των κωνίων και βελτίωσε τη λειτουργία των ραβδίων μέσα σε 6-7 εβδομάδες μετά τη λήψη θεραπείας, και δεν υπήρχε καμία επιπλοκή σχετική με τη θεραπεία. Αξιολόγηση της λειτουργικότητας μετά τη θεραπεία έδειξε σταθερή διατήρηση της απόκρισης στο ERG της λειτουργίας των κωνίων και ραβδίων, για χρονικές περιόδους που κυμαινόταν από 1,4 έως 2,7 έτη μετά τη θεραπεία. Σειρά δοκιμασιών για την αποφυγή εμποδίων υπό το καθεστώς διαφοροποίησης σκοτεινού και φωτεινού περιβάλλοντος, έδειξε διατήρηση λειτουργικής όρασης στα θεραπευμένα μάτια κάτω από όλες τις συνθήκες φωτισμού.

Φυσαλίδες που προέκυψαν λόγω της θεραπείας συσχετίστηκαν με σημαντική διατήρηση περιοχών στοιβάδων των φωτοϋποδοχέων οι οποίες ήταν ισχυρές με καλύτερη διατήρηση ONL στις υψηλότερες συγκεντρώσεις δόσεων του χορηγούμενου διαβιβαστή αδενοϊού.

Έτσι, παρά τον πολύ σοβαρό και ταχέως προοδευτικό εκφυλισμό των φωτοϋποδοχέων στα πειραματόζωα σκυλιά με την πάθηση NPHP5- LCA, η γονιδιακή θεραπεία με χορήγηση ΑΑV διαβιβαστών κατ΄ επέκτασιν and επαναφέρει τη λειτουργικότητα των ραβδίων και των κωνίων, διατηρώντας την όραση και την δομή των φωτοϋποδοχέων για χρονικές περιόδους μεγαλύτερες από 1,4-2,7 έτη χωρίς οποιαδήποτε επιβλαβή αποτελέσματα. Καθώς η έκταση της ασθένειας των φωτοϋποδοχέων είναι αρκετά σοβαρή και προχωρημένη κατά τη διάρκεια εφαρμογής της πρώιμης θεραπείας, τα αποτελέσματα προμηνύονται καλά για μελλοντικές εφαρμογές.

14) CEP290 - LCA 10 Κλινική Δοκιμή: Γονιδιακή Μετάλλαξη CEP290 για την θεραπεία της Συγγενής Αμαύρωσης Leber (LCA) (SMAB 2018).

Dr. Artur Cideciyan, Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, Φιλαδέλφεια, ΗΠΑ.

Η CEP290 είναι μια πρωτεΐνη εκφράζεται στα ραβδία και κωνία κύτταρα και μεταλλάξεις στο γονίδιο CEP290 προκαλούν μη συνδρομική μορφή Συγγενούς Αμαύρωσης Leber (LCA),καθώς και του συνδρόμου Joubert και άλλων σχετικών διαταραχών. Οι μεταλλάξεις στο CEP290 είναι η αιτία για την σχετική κοινή εξήγηση περίπου του 20% όλων των τύπων LCA. Μια ιντρονική μετάλλαξη μεταξύ των εξονίων 26 και 27 που δημιουργούν την εμφάνιση μιας ελλαττωματικής σύζευξης ενός ψευδο-εξονίου και η πρόωρη αποκοπή της πρωτεΐνης είναι πολύ συχνή.

Το 2012, δύο ομάδες ερευνητών έδειξαν ότι αντιπληροφοριακά ολιγονουκλεοτίδια (AONs) που έχουν σχεδιαστεί για την κοινή μετάλλαξη, μπορεί να προλάβουν την ανώμαλη συρραφή σε καταστάσεις προ- mRNA, διορθώνοντας το mRNA και οδηγώντας στη μετάφραση αυτού σε μία λειτουργική πρωτεΐνη CEP290.

Η θεραπεία ProQR δημιουργήθηκε ως ένα τέτοιο AON και σχεδιάστηκε μια πολύ κεντρική, φάσης Ι / ΙΙ (NCT03140969) διεθνής κλινική δοκιμή για την αξιολόγηση τηςασφάλειας και την ανεκτικότητας του πειραματικού προϊόντος, που χορηγείται μέσω μίας ενδοϋαλοδικής ένεσης. Η δοκιμή είναι μια ανοιχτή, μονού βραχίονα, πολλαπλής και κλιμακούμενης δόσης, μελέτη. Το ερευνητικό υλικό εγχέεται ως τυπική ενδοϋαλοειδική ένεση, κάθε 3 μήνες, για ένα έτος. Η κύρια μέτρηση στην έκβαση της μελέτης είναι η οφθαλμική ασφάλεια. Οι δευτερεύουσες μετρήσεις δεδομένων, συμπεριλαμβάνουν την συστηματική ασφάλεια, τις παραμέτρους της οπτικής αποτελεσματικότητας και φαρμακοκινητικής. Η κλινική δοκιμή διεξάγεται στις Αϊόβα και Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ και στη Γάνδη του Βελγίου. Η πρώτη ένεση πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 2017, και από τον Μάιο του 2018, οκτώ ασθενείς έχουν εγγραφεί στην μελέτη. Τα αποτελέσματα είναι υπό διαδικασία αξιολόγησης.

15. α) Θεραπεία για την Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια (ΜΑ) και την ξηρού τύπου Ηλικιακή Εκφύλιση της Ωχράς Κηλίδος (DAMD) μέσω του καναλιού της ροδοψίνης (SMAB 2017).

Δρ. David Birch - Ίδρυμα Retina του Southwest, Ντάλας, Τέξας, ΗΠΑ.

Οι ερευνητές διεξάγουν μια κλινική δοκιμή με το προϊόν RST-001, ένα προϊόν γονιδιακής θεραπείας που βασίζεται στο κανάλι ιόντων φωτεινής ακτινοβολίας, το κανάλι ροδοψίνης-2 (ChR2). Αυτή η προσέγγιση προήλθε από τον Dr. Zhuo-Hua Pan στο Πανεπιστήμιο Wayne State, Ο οποίος έδειξε ότι ήταν δυνατόν με τη γονιδιακή θεραπεία να εισαχθεί ο παράγον ChR2 σε κύτταρα γαγγλίων σε rd1 πειραματόζωα ποντίκια. Επίσης έδειξε ότι, με επαρκή διέγερση, θα μπορούσε να παραχθεί ο παράγον ChR2, προερχόμενος από απόκριση – αντίδραση των γαγγλιακών κυττάρων. Στη συνέχεια, οι αποκρίσεις OKN και VEP έχουν εμφανισθεί σε ποντίκια που έχουν υποστεί αγωγή με τον παράγοντα ChR2 και η ομάδα Tomita έχει δείξει παρόμοια ευρήματα σε αρουραίους τύπου RCS.

Μετά από εκτεταμένες μελέτες τοξικολογίας και βιοκατανομής, η εταιρία RetroSense Therapeutics έλαβε έγκριση για κλινική δοκιμή με τίτλο "Μία ανοιχτή κλιμακούμενης δοσολογίας έρευνα κλινικής φάσης Ι / ΙΙα για την ασφάλεια και ανεκτικότητα της ενδοϋαλοειδικής χορήγησης RST-001 σε ασθενείς με προχωρημένη μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια. Το RFSW είναι η πρώτη φορά όπου μία ομάδα ερευνητών συμπεριλαμβανομένου του Δρ Yi-Zhong Wang, ο οποίος συμβάλλει με ψυχοφυσικές εξετάσεις και δοκιμές χαμηλής όρασης. Δεδομένου ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που ένα μη ανθρώπινο γονίδιο έχει εκφραστεί σε έναν ασθενή, έχουμε εμπλέξει στην έρευνα ειδικούς στον αμφιβληστροειδή από την Ένωση Αμφιβληστροειδούς στο Texas, συμπεριλαμβανομένων των Drs. Spencer, Coors και ο Δρ. Wong, ο οποίος είναι ειδικός στην ραγοειδίτιδα.

Αυτό είναι κατά κύριο λόγο μια κλινική δοκιμή ασφάλειας, αλλά τελικά ο στόχος είναι να μετατρέψει τυφλούς ασθενείς σε ασθενείς με χαμηλή όραση. Για να ελεγχθεί η αποτελεσματικότητα στην κλινική δοκιμή, οι ερευνητές χρησιμοποιούν μια σειρά δοκιμασιών, εκτός από την μέτρηση παραδοσιακά της οπτικής οξύτητας, κλπ .Αυτά περιλαμβάνουν μία υπερ-υψηλής έντασης LED οθόνη ενδείξεων είτε με μπλε ή κόκκινα LEDs που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εμφανίζονται τα πρότυπα, οι κινήσεις, τα γράμματα κ.λπ. Οι μελετητές επίσης ελέγχουν τους ασθενείς με τεστ ευαισθησίας πλήρους πεδίου, με πρότυπο VEPS, και μια δοκιμασία βάδισης, καθοδηγούμενη από φως.

Η κλινική δοκιμή περιλαμβάνει 15 ασθενείς. Η πρώτοι 9 βρίσκονται σε 3 ομάδες ασθενών που τους χορηγείται κλιμακούμενη δόση που κυμαίνεται από 4.3 * 10 10 έως 4.3 * 10 11 vg μέσω μιας ενιαίας ενδοϋαλοδικής ένεσης 100 mL. Η επόμενοι 6 ασθενείς θα λάβουν θεραπεία με την υψηλότερη ανεκτή δόση. Για να είναι επιλέξιμοι οι ασθενείς, η όραση στον υπό μελέτη οφθαλμό, μπορεί να είναι όχι καλύτερη από την αντίληψη κίνησης χειρός. Ο πρώτος ασθενής υποβλήθηκε σε θεραπεία το Μάρτιο του 2016 και ο τρίτος από την ομάδα 1, υποβλήθηκε σε θεραπεία από τον Αύγουστο του 2016. Η Ομάδα των ερευνητών δεν έδειξε να έχει ανησυχίες για την ασφάλεια με τη χαμηλή δόση, ενώ επίσης δεν παρατηρήθηκε  φλεγμονή .

Τον Σεπτέμβριο του 2016, η Allergan συγχωνεύτηκε με την RetroSense Therapeutics και σταμάτησε προσωρινός την εξέλιξη της μελέτης, έως ότου ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες συγχώνευσης. Μετά από μια παύση αρκετών μηνών, οι επιστήμονες ξεκίνησαν την κλινική δοκιμή με την δεύτερη ομάδα ασθενών που έλαβε την μεσαία δόση τον Απρίλιο του 2017.

15. β) Νέα γενιά Οπτογενετικής για την αποκατάσταση της όρασης (SMAB 2018).

Δρ. John Flannery - Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Μπέρκλεϊ, ΗΠΑ.

Οι τρέχουσες αναφορές δηλώνουν ότι ένας μικρός αριθμός ασθενών με σοβαρή τελικών σταδίων κληρονομικών διαταραχών του αμφιβληστροειδή (IRD), υποβλήθηκε σε θεραπεία με το RetroSense σε κλινική δοκιμή φάσης Ι / ΙΙ. Το προϊόν RetroSense, RST-001, είναι ένας αδενοϊός διαβιβαστής ΑΑν2 που μεταφέρει κωδικοποιημένο cDNA της καντερδοψίνη-2 (Chr2) το οποίο χορηγείται με ενδοϋαλοειδική ένεση. Έχει σχεδιαστεί για να μεταφέρει το γονίδιο για την πρωτεΐνη Chr2 της φωτοευαισθησίας στα γαγγλιακά αμφιβληστροειδικά κύτταρα (RGC). Μελέτες υποδηλώνουν ότι τα RGC μπορούν να επιβιώσουν σε μία λειτουργική κατάσταση για πολλά χρόνια μετά την απώλεια της όρασης από τον θάνατο των φωτοϋποδοχέων κυττάρων και του μελάγχρουν επιθηλίου.

Η μεταφορά ενός οπτικού σήματος σε επιζώντα RGC(γαγγλιακά κύτταρα) είναι επίσης η βασική αρχή για την λειτουργία του προσθετικού ηλεκτρονικού επιθέματος του αμφιβληστροειδή της SecondSight. Ερευνητές Φυσιολόγοι του αμφιβληστροειδούς υποδεικνύουν ότι υπάρχουν πάνω από 20 και ίσως 80 διαφορετικοί λειτουργικοί υποτύποι των γαγγλιακών κυττάρων του αμφιβληστροειδούς.

Η θεραπεία RetroSense υποτίθεται ότι μετατρέπει όλους τους τύπους RGC που μετασχηματίζονται από τον αδενοϊό AAV μεταφορέα στον ίδιο λειτουργικό τύπο, το κύτταρο ΟΝ μεταβιβαστικής απάντησης. Αυτός ο τύπος κυττάρου ανταποκρίνεται στην εκκίνηση του φωτός από ένα σύντομο (μεταβατικό) δυναμικό σήμα δράσης στον οπτικό φλοιό. Άλλοι τύποι RGC θα ανταποκρίνονται με τον αντίθετο τρόπο σε ένα αιφνίδιο φωτεινό ερέθισμα, στο ότι πυροδοτούν μια σύντομη δυνατότητα δράσης στον περιορισμό της έντασης του φωτός - αυτά είναι τα κύτταρα που ονομάζονται OFF μεταβιβαστικής απάντησης. Υπάρχουν επίσης RGCs κύτταρα που έχουν ON-OFF μεταβιβαστικές αποκρίσεις και εκδηλώνουν διάφορους τύπους απαντήσεων. Το κανάλι της ροδοψίνης αποκρίνεται σε μπλε φάσμα φωτός, μέγιστο στα 480nM και είναι πολύ λιγότερο ευαίσθητο στο φως από τους υγιείς φωτοϋποδοχείς του αμφιβληστροειδή.

Αυτή η χαμηλή ευαισθησία θα πρέπει να αντισταθμιστεί, έχοντας τον ασθενή να φορά προστατευτικά στο φως γυαλιά που εκπέμπουν ένα έντονο φως, που θα ενεργοποιούν την πρωτεΐνη Chr2 στα γαγγλιακά κύτταρα RGCs. Δεν είναι σαφή ποια θα είναι η εμπειρία του ασθενή από αυτή τη θεραπεία και η οποία μπορεί να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου μετά την έναρξη της θεραπείας καθώς η πλαστικότητα του οπτικού φλοιού, μπορεί να προσαρμοστεί στο νέο αρχικό ερέθισμα. Αυτή η πλαστικότητα του εγκεφάλου συμβαίνει συχνά σε ασθενής με κώφωση που δέχονται το κοχλιακό εμφύτευμα, καθώς η ποιότητα της ακοής τους βελτιώνεται τις επόμενες εβδομάδες και μήνες μετά την εμφύτευση.

Η εταιρία GenSight ετοιμάζει να εισαγάγει 2 κλινικά προγράμματα οπτογενετικής. Το προϊόν GS030 είναι ένας συνδυασμός δύο συμπληρωματικών στοιχείων: 1) ένα  προϊόν γονιδιακής θεραπείας που κωδικοποιεί την διοχέτευση μιας φωτοενεργοποιήσιμης του καναλιού της  ροδοψίνης πρωτεΐνης, μέσω ενός τροποποιημένου αδενοϊού AAV2 μεταφορέα, γνωστού ως AAV2 7m8. και 2) βιομιμητικά γυαλιά που διεγείρουν τα μηχανικά κύτταρα του αμφιβληστροειδούς. Οι εικόνες προβάλλονται επάνω στον αμφιβληστροειδή από μια πηγή φωτός που χρησιμοποιεί ένα συγκεκριμένο μήκος κύματος. Το προϊόν GS030 χρησιμοποιεί μια παραλλαγή του καναλιού της ροδοψίνης την ChrimsonR, που ενεργοποιείται από το φάσμα του κόκκινου φωτός. Τα γυαλιά θα παρέχουν ένα κόκκινο φως που θα ενεργοποιεί την ChrimsonR στα γαγγλιακά κύτταρα του αμφιβληστροειδή. Για να μεταβληθεί ο αισθητήρας  του μπλέ φάσματος του φωτός της πρωτεΐνης Chr2, σε αισθητήρας κόκκινου φάσματος φωτός, η ChrimsonR, συμβάλλει στο να μειώσει την πιθανότητα φθοράς του φωτός που λαμβάνει ο αμφιβληστροειδής από τα βιομημητικά γυαλιά, καθώς τα ερυθρά μήκη κύματος έχουν αποδειχθεί πολύ λιγότερο βλαπτικά στον αμφιβληστροειδή απ ότι το μπλε φως. Η GenSight έχει ξεκινήσει την μελέτη PIONEER μία χορηγούμενη κλιμακούμενης δόσης μελέτη, για την εκτίμηση της ασφάλειας και της ανοχής του προϊόντος GS030 σε ασθενείς με Μελαγχρωστική Αμφιβληστροειδοπάθεια .

Η εταιρία GenSight αναπτύσσει μια δεύτερη οπτογενετική προσέγγιση, στην οποία η πρωτεΐνη αλοροδοψίνη, ένας οπτογενετικός αισθητήρας ευαίσθητος στο κίτρινο φως, θα εκφραστεί μέσω ενός αδενοϊού AAV μεταβιβαστή, στα εσωτερικά τμήματα των κωνίων φωτοϋποδοχέων κυττάρων. Η υπόθεση εδώ είναι ότι υπάρχει ένα υποσύνολο ασθενών που έχουν σοβαρή απώλεια όρασης λόγω απώλειας των ραβδίων φωτοϋποδοχέων και ορισμένοι ασθενείς διατηρούν εσωτερικά τμήματα των κωνίων κυττάρων, τα οποία έχουν χάσει τα εξωτερικά τμήματα αυτών που είναι ευαίσθητα στο φως.

Φωτοϋποδοχείς υπερευαίσθητοι σε απόκριση στο φως, όπου τα γαγγλιακά κύτταρα  RGCs ανταποκρίνονται σε ερεθίσματα από ευαισθητοποίησής. Ως αποτέλεσμα, η στοχευμένη στα κωνία θεραπεία GenSight θα χρησιμοποιήσει την αλοροδοψίνη, η οποία έχει αντίστροφη πολικότητα απόκρισης στον φωτισμό, όπως παρόμοια κάνει το κανάλι της ροδοψίνης -2 ή ChrimsonR. Αυτή η θεραπεία ως σκεπτικό έχει  την πιθανότητα αποκατάστασης μεγαλύτερης οπτικής ικανότητας για το υποσύνολο ασθενών το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί (ευρήματα στα οποία παρατηρούνται στοιχεία επιβίωσης εσωτερικά των κωνίων σε απεικονίσεις που γίνονται με OCT) καθώς θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει κάποια από τα εγγενή κωνία στον αμφιβληστροειδή που εμφανίζουν διαδικασία λειτουργίας καθώς διοχετεύονται "προς τα πάνω" μέσω των κατευθυνόμενων θεραπειών RGC. Η θεραπεία με αλοροδοψίνη θα απαιτήσει επίσης τη χρήση απεικόνισης μέσω εντατικοποίησης των βιομιμητικών γυαλιών, για την ενεργοποίηση του αισθητήρα της αλοροδοψίνης, καθώς αυτός προσομοιάζει με την λειτουργία των Chr2, όπου είναι πολύ λιγότερο ευαίσθητη από τα κανονικά, υγιή ραβδία και κωνία κύτταρα φωτοϋποδοχείς. Η εταιρία Acucela, Inc., μια εταιρία σε επίπεδο κλινικής οφθαλμολογίας, έχει λάβει άδεια από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, Ηνωμένο Βασίλειο, να μελετήσει μία οπτογενετική γονιδιακή θεραπεία βασισμένη σε ανθρώπινη ροδοψίνη για την αντιμετώπιση των εκφυλιστικών ασθενειών του αμφιβληστροειδούς. Αυτή η ανεξάρτητα από τη γενετική  μετάλλαξη θεραπεία, που αρχικά αναπτύχθηκε από τoυς ιατρούς Drs Jasmina Cehajic-Capetanovic,

ο Robert Lucas και Paul Bishop στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστε και θα χρησιμοποιήσουν έναν ιό διαβιβαστή για να μεταδώσει τα ΟΝ-διπολικά κύτταρα του αμφιβληστροειδούς με ανθρώπινη ροδοψίνη, μία πρωτεΐνη ευαίσθητη στο φως που φυσιολογικά εκφράζεται στους φωτοϋποδοχείς των ραβδίων. Αυτή η τεχνολογία έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματική στην αποκατάσταση της οπτικής απόκρισης σε μοντέλα πειραματόζωων ποντικών με εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς και είναι σημαντικά πιο ευαίσθητα στα ποντίκια που μελετώνται από την Chr2, ChrimsonR ή τους αισθητήρες αλοροδοψίνης και μπορούν να παρέχουν λειτουργική όραση σε κανονικές συνθήκες φωτισμού χωρίς να απαιτούνται γυαλιά που θα εντείνουν το φως.

Συνολικά, υπάρχει η πρόκληση οι ερευνητές να προσπαθήσουν να αποκαταστήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη φυσιολογική όραση. Κατά το σχεδιασμό ενός τέτοιου συστήματος, υπάρχει η αναγκαιότητα μιας απαραίτητης ισορροπία ανάμεσα σε ένα σύστημα που έχει υψηλή ευαισθησία φωτός, έτσι ώστε τα γυαλιά να μην είναι απαραίτητα, σε ένα σύστημα που μπορεί να ανταποκριθεί σε ένα ευρύ φάσμα εντάσεων και σε ένα σύστημα που έχει ταχύτητα απόκρισης κατάλληλη για την κινητικότητα του ματιού που συνδέεται με την όραση. Άλλες ερευνητικές ομάδες δοκιμάζουν επί του παρόντος άλλες οψίνες των κωνίων και άλλες πρωτεΐνες ευαίσθητες στο φως, με την ελπίδα να προσδιορίσουν ένα σύστημα αισθητήρων που θα μπορεί να παρέχει - επαρκή ευαισθησία στο φως σε ένα ευρύ φάσμα φωτεινών εντάσεων και την ίδια στιγμή, να έχουν ταχύτητα απόκρισης επαρκή για τους ασθενείς έτσι ώστε να ανακτήσουν οπτικά καθοδηγούμενη κινητικότητα.

Ε. ΑΛΛΑ ΘΕΜΑΤΑ - ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

16. α) ERN: Ευρωπαϊκό δίκτυο αναφοράς Διαπιστεύσεων. (SMAB 2017)

Δρ HelenDollfus ,Υπηρεσία Γενετικής Ιατρικής, Νοσοκομείο Hautepierre, Στρασβούργο, Γαλλία.

(Η περίληψη της ομιλίας της Δρ Dollfus δεν ήταν διαθέσιμη. Οι πληροφορίες που ακολουθούν σχετικά με το δίκτυο ERN, έχουν ληφθεί από σχετικούς ιστοτόπους)

Τα Ευρωπαϊκά Δίκτυα Αναφοράς (ERN) είναι δίκτυα που αφορούν τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτά θα διαχειρίζονται πολύπλοκες και σπάνιες ασθένειες και συνθήκες που έχουν χαμηλό επιπολασμό στον πληθυσμό, αλλά απαιτούν πολύ εξειδικευμένη θεραπεία και συσσωρευμένη γνώσης και πόρους.

Η διάγνωση και η θεραπεία των ασθενών ελέγχεται από Συμβουλευτικές Επιτροπές που συγκαλούνται από τους συντονιστές του κάθε δικτύου ERN. Αυτά τα συμβούλια αποτελούνται από ειδικούς Ιατρούς, διαφόρων επιστημονικών πεδίων και χρησιμοποιούν εργαλεία στο πλαίσιο μιας ειδικής πλατφόρμας πληροφορικής και τηλεϊατρικής .

Έτσι, τα ERN δημιουργούν μια σαφή κυβερνητική δομή για την ανταλλαγή γνώσεων και συντονισμού φροντίδας υγείας σε όλη την ΕΕ. Πρόκειται για τα δίκτυα των κέντρων των παροχών υγειονομικής εργαστηρίων που οργανώνονται διασυνοριακά. Ένα Κέντρο Εμπειρογνωμοσύνης που συμμετέχει στα δίκτυα ERN θα μπορούσε να είναι μια κλινική ομάδα, ένα ιατρικό κέντρο ή ένα νοσοκομείο και πρέπει να είναι διαπιστευμένα επίσημα από το κράτος μέλος της.

Ξεχωριστά δίκτυα ERN δεν μπορούν να δημιουργηθούν για κάθε σπάνια νόσημα, αλλά είναι μάλλον για μία ομάδα παρόμοιων ασθενειών που κατηγοριοποιούνται σε ένα ενιαίο ERN. Αυτή η ομαδοποίηση των ασθενειών δεν εμποδίζει τον ασθενή από το να είναι ικανός να απευθυνθεί σε ένα συγκεκριμένο κέντρο εμπειρογνωμοσύνης για την πάθηση του, ούτε επίσης να επωφεληθεί από την εμπειρία πολλών διαφορετικών ERN. Εάν δεν υπάρχει ένα Κέντρο Εμπειρογνωμοσύνης για τις συγκεκριμένες παθήσεις του ασθενούς στη χώρα του, οι ασθενείς μπορούν ακόμη να επωφεληθούν από τη γνώση που ο γιατρός τους μπορεί να πάρει από άλλα Κέντρα Εμπειρογνωμοσύνης την σε διάφορες χώρες. Έτσι. Τα δίκτυα ERN παρέχουν τη δομή που διευκολύνει την ικανότητα των ιατρών να έχουν πρόσβαση σε κριτική γνώση διασυνοριακά.

Ένα ειδικό δίκτυο έχει αναπτυχθεί για τη εδραίωση μιας «εικονικής κλινικής πραγματικότητας» γνωστή ως EyeClinic (Οφθαλμολογική Κλινική) που εγγυάται την καλύτερη κάλυψη των σπάνιων οφθαλμολογικών νόσων, διευκολύνοντας την διασυνοριακή διάδοση της τεχνογνωσίας. Οι Σπάνιες Οφθαλμολογικές Παθήσεις είναι η κύρια αιτία των αναπηριών όρασης και τύφλωσης σε παιδιά και νεαρούς ενήλικες στην Ευρώπη. Το δίκτυο ERN EYE αντιμετωπίζει αυτές τις προϋποθέσεις σε 4 θεματικές ομάδες: α) σπάνιες ασθένειες του αμφιβληστροειδούς, β) νευρο-οφθαλμολογικές σπάνιες παθήσεις γ) παιδιατρικές οφθαλμολογικές σπάνιες παθήσεις και δ) σπάνιες συνθήκες του πρόσθιου τμήματος του οφθαλμού.

Επιπλέον, οι 6 οριζόντιες ομάδες εργασίας αντιμετωπίζουν τα κοινά θέματα για αυτές τις 4 κύριες θεματικές ενότητες. Πρόσθετες ομάδες εργασίας εστιάζουν σε συγκεκριμένους τομείς, όπως ο γενετικός έλεγχος, η διαμόρφωση μητρώων ασθενών, η επικοινωνία της εκπαίδευσης και των ασθενών. Η Συντονιστής του Δικτύου είναι η Δρ Hellen Dollfus .

16. β) ERN - Ευρωπαϊκά Δίκτυα Αναφοράς: Ενημέρωση. (SMAB 2018)

Dr. HeleneDollfus - Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Στρασβούργου, Στρασβούργο, Γαλλία.

Τα ευρωπαϊκά δίκτυα αναφοράς, είναι αφιερωμένα στη βελτίωση της περίθαλψης και της έρευνας για ασθενείς με σπάνιες ασθένειες. 24 από αυτά τα δίκτυα ξεκίνησαν την Άνοιξη του 2017. Τον δίκτυο ERN-EYE επικεντρώνεται σε σπάνιες ασθένειες του οφθαλμού και της όρασης και περιλαμβάνει 29 νοσοκομεία σε 13 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι δραστηριότητες του δικτύου ERN-EYE για το προηγούμενο έτος έχουν επικεντρωθεί κυρίως σε μια φάση απογραφής. Επιπλέον, ένα κύριο επίτευγμα ήταν να επιτευχθεί η συνεργασία του ORPHANET και του HPO (Οντολογία Ανθρώπινου Φαινοτύπου) για να επανεξετάσουν συλλογικά τις οντολογίες σχετικά με τις σπάνιες ασθένειες των ματιών. Αυτό έγινε κατά τη διάρκεια του έτους με μία κορυφαία εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε σε μία συνάντηση στο Odile (Mont Saint Odile, Γαλλία) όπου περισσότεροι από 60 συμμετέχοντες του δικτύου ERN-EYE με κύριους παράγοντες της ORPHANET και της HPO,επιμελήθηκαν τις τρέχουσες ταξινομήσεις και οντολογίες. Συνολικά, 184 νέοι όροι HPO που σχετίζονται με την οφθαλμικές παθήσεις, προστέθηκαν με την αναθεώρηση περισσότερων από 600 συνολικά  όρων που συμπεριλαμβάνουν ορισμούς ή συνώνυμα, διορθώσεις λαθών ή στην κατάργιση/συγχώνευση παλαιών όρων. Η ταξινόμηση του ORPHANET αναδιοργανώθηκε πλήρως με την  δημιουργία περισσότερων από 70 ομάδων, την εισαγωγή 40 νέων  διαταραχών, 90 οντότητες καταργήθηκαν / συγχωνεύθηκαν και έγιναν 140 τροποποιήσεις στην ονοματολογία.

Μια άλλη κύρια ενέργεια είναι δημιουργία μιας εικονικής κλινικής που κατευθύνεται από εργαλεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θα δρομολογηθεί κατά τη διάρκεια του 2018 και η οποία θα βελτιώσει την φροντίδα των ασθενών με σπάνιες ασθένειες των ματιών σε ολόκληρη την ΕΕ. Πολλά άλλα πεδία καλύπτονται επί του παρόντος, όπως οι γενετικοί έλεγχοι, τα μητρώα ασθενών, η έρευνα στο πλαίσιο ειδικών θεματικών ομάδων εργασίας όπως ο αμφιβληστροειδής, η παιδιατρική οφθαλμολογία, το πρόσθιο τμήμα και η νευρο-οφθαλμολογία.

17) Ενημέρωση σχετικά με το πρόγραμμα EYE-RISK.(SMAB 2018)

Δρ. CarolineKlaver, Πανεπιστήμιο του Ρότερνταμ, Ολλανδία και ο Δρ MariusUeffing, Πανεπιστήμιο του Tuebingen, Γερμανία.

Το Eye-Risk είναι μια κοινοπραξία που εστιάζει στην εξάπλωση της παθογένεσης της Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας,(ΗΕΩ) και στην ταυτοποίηση των ασθενών βάση της υποκείμενης παθογένεσης παρά του φαινότυπου. Το EYE RISK αποτελείται από 10 εταίρους από διάφορες χώρες της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων βασικών επιστημόνων, επιδημιολόγων, γενετιστών και βιομηχανικών εταίρων. Χρηματοδοτείται από την ΕΕ ως ένα έργο Horizon2020 που ξεκίνησε το 2015. Ένας από τους πρώτους στόχους ήταν η δημιουργία και εδραίωση μιας ολοκληρωμένης επιδημιολογικής βάσης δεδομένων αποτελούμενης από πρωτογενή δεδομένα που προέρχονται από ευρωπαϊκές επιδημιολογικές κοόρτες (ομάδες) και βιοτράπεζες που συλλέγουν δεδομένα για την όραση (συνολικός πληθυσμός μελέτης ασθενών μεγαλύτερος από 40.000). Αυτό επιτρέπει τους ερευνητές να αναπτύξουν ανιχνευτικά εργαλεία για την πρόγνωση της συχνότητας συχνότητας της ΗΕΩ για τα επόμενα 30 χρόνια και για την αξιολόγηση της σχέσης με τα λιπίδια του ορού και τα λιπιδικά γονίδια με μεγάλη λεπτομέρεια. Οι επιστήμονες καθορίζουν επί του παρόντος γενικούς ρυθμούς ανάπτυξης αλγορίθμων ανίχνευσης για την γηροειδή ατροφία και τα ποσοστά μετατροπής για νεοαγγειακού τύπου ΗΕΩ. Έχει επίσης αναπτυχθεί μια πλατφόρμα για ολοκληρωμένο προσδιορισμό των γενοτύπων (μεταλλάξεων) που προκαλούν διάφορους τύπους ΗΕΩ, με χαμηλό κόστος. Οι μοριακοί επιστήμονες έχουν ασχοληθεί με τις ειδικές κυτταρικές επιπτώσεις των γενετικών παραλλαγών και οι ειδικοί του συστήματος καθορίζουν επί του παρόντος μοριακά δίκτυα για την ΗΕΩ. Μελλοντικά τα προσδοκόμενα αποτελέσματα θα οδηγήσουν σε ένα ανιχνευτικό εργαλείο πρόβλεψης που θα έχει ηλεκτρονικό χαρακτήρα, το οποίο ενσωματώνει πληροφορίες σχετικά με τον γονότυπο, τους βιοδείκτες του ορού του αίματος και τον φαινότυπο που θα είναι δυνατόν να αξιοποιηθεί από τους επιστήμονες και τους κλινικούς ιατρούς, καθώς και για το ευρύ κοινό.

Οι άλλοι μελλοντικοί σκοποί είναι να δημιουργηθούν νέες κλινικές κατευθυντήριες οδηγίες, βασισμένες σε μοριακά στοιχεία για την ΗΕΩ και θα θέτουν νέους στόχους για την πρόληψη και τη θεραπεία βασισμένη σε μία τεκμηριωμένη κατανόηση των  παθογενετικών καταστάσεων.

Τέλος στην συνάντηση της SMAB στην ARVO παρουσιάστηκαν οι επόμενες επιστημονικές συναντήσεις για περεταίρω παρουσιάσεις των επιστημονικών εξελίξεων.

Μετάφραση και επιμέλεια:

Ευστράτιος Χατζηχαραλάμπους

Προέδρος της Π.Ε.Α.

Κατηγορίες Νέων: